Μενού

ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ - Θοδωρής Δημητρόπουλος

2036 4

Στο κοντινό μέλλον οι ΗΠΑ βρίσκονται σε εμφύλιο πόλεμο και καθώς οι δυνάμεις της αντίστασης πλησιάζουν προς την πρωτεύουσα και την ανατροπή του Λευκού Οίκου, μια ομάδα φωτορεπόρτερ διασχίζουν την χώρα προσπαθώντας να φτάσουν εκεί πριν τους στρατιώτες, για να καταγράψουν την αλήθεια και να πάρουν μια συνέντευξη από τον πρόεδρο.

Ο Άλεξ Γκάρλαντ (“Ex Machina”, “Annihilation”) σκηνοθετεί την μεγαλύτερου μπάτζετ ταινία του ανεξάρτητου στούντιο της Α24 μέχρι σήμερα, κάτι σημαντικό καθώς υπογραμμίζει το ότι σε επίπεδο περιεχομένου αυτή δεν είναι ένα μπλοκμπάστερ δράσης όπως ακούγεται, αλλά περισσότερο ένα εσωτερικό road movie με τη σύρραξη να βρίσκεται τελείως στο φόντο. Το ενδιαφέρον του Γκάρλαντ δεν εντοπίζεται στο τι συμβαίνει και στο γιατί και στο πώς (αν και απλώνει κάποια ψίχουλα πληροφορίας που μας βοηθούν να υποθέσουμε κάποια πράγματα), όσο στο πώς οι πολεμικοί ανταποκριτές απαθανατίζουν την αντικειμενική αλήθεια και το ποιος είναι ο (ψυχρός) ρόλος τους απέναντι στην φρίκη.

Δεν είναι κακή ιδέα, και σε πολλά από τα επιμέρους επεισόδια αυτού του road movie θα πιάσεις τον εαυτό σου στην άκρη του καθίσματος – οι ρεπόρτερ συναντούν διάφορες απειλές στο δρόμο τους κι ο Γκάρλαντ είναι πολύ καλός στη δημιουργία μεμονωμένων στιγμών που δημιουργούν περισσότερο ένα feeling παρά μια πληροφορία. Όμως υπάρχει εν τέλει κενό στην προσέγγιση του Γκάρλαντ, καθώς και θεματικά μονότονο.

Η εσωτερική σύγκρουση των φωτορεπόρτερ στο κυνήγι ενός τέλειου κλικ, σε κόντρα με το ένστικτο αυτοσυντήρησης ή ακόμα και με την ανθρωπιά τους, δεν εμπλουτίζεται στην διαδρομή. Ούτε σε υπαρξιακό επίπεδο (1-2 σκέψεις προτείνονται στην αρχή του φιλμ και σε αυτές καταλήγει εν τέλει το φιλμ, σα να τοποθετεί κομμάτια παζλ στη θέση τους), αλλά ούτε και σε πολιτικό. Δεν υπάρχει πουθενά καμία ιδέα για τα πιστεύω αυτών των ανθρώπων, ούτε για το τι συμβαίνει στο φόντο, κάτι αφαιρεί τελείως την ιδεολογική ένταση από το κυνήγι της Αλήθειας. Εξάλλου, ένα μεγάλο λάθος του Γκάρλαντ είναι η πίστη σε μια στεγνή, απόλυτη, αντικειμενική αλήθεια η οποία δε χωρά χρωματισμούς, κι όλα αυτά στην εποχή της πλήρους αμφισβήτησης των γεγονότων και της ίδιας της εικόνας (βλέπε deepfakes).

Το καστ είναι εξαιρετικό στο σύνολό του, με την Κίρστεν Ντανστ σε μια απολύτως στιβαρή, αποσυναισθηματικοποιημένη ερμηνεία με την οποία κουβαλά το φιλμ ως κεντρική ηρωίδα – δεν την έχουμε ξαναδεί να κάνει αυτό το συγκεκριμένο πράγμα, και είναι από τις νίκες του φιλμ. Δίπλα της ο Βάγκνερ Μούρα του “Narcos” και η βραβευμένη στη Βενετία Κέιλι Σπέινι της “Priscilla”, καθώς και μια πλειάδα γνωστών ηθοποιών σε σύντομα αλλά χαρακτηριστικά περάσματα. (Θα βλέπουμε τον Τζέσι Πλέμονς στους εφιάλτες μας.)

Ο Γκάρλαντ προσπαθεί πάντοτε να δημιουργήσει βαρύγδουπους συμβολισμούς μέσα από τις εικόνες του, όμως περιέργως είναι πολύ καλύτερος ως σκηνοθέτης οπτικών στιγμών, παρά ως δημιουργός ελλιπών αλληγοριών. Προσδίδει στην ταινία μια κοφτερά πεντακάθαρη χροιά που ιριδίζει σε σημεία σα να επρόκειτο για μια τέλεια φωτογραφία φρίκης και απόγνωσης. Ξέρει πόσο καιρό πρέπει να κρεμάσει ένα πλάνο πάνω σε μια σκηνή ή σε ένα πρόσωπο για να τους δώσει νόημα, ή βαρύτητα, ή αγωνία. Κι ακόμα κι αν οι επιλογές (και το timing) των τραγουδιών είναι πλήρως άστοχες, εν τέλει καταφέρνει να δημιουργήσει την επιθυμητή αίσθηση μιας επιμονής μέσα σε ένα πλαίσιο κοινωνικής αποσύνθεσης. Είναι κρίμα που οι ιδέες απλά δεν είναι εκεί, και που το φιλμ τόσο επαναλαμβανόμενα επιμένει σε μια μάλλον άδεια οπτική του κόσμου. Δεν θα αφήσει πολλά μέσα σου.

Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr

 

Smart Search Module