Μενού

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΜΠ, Η - Νίνος Φένεκ Μικελίδης

1808 3

Ο πολυβραβευμένος, έτοιμος πάντα να καταπιαστεί με σημαντικά επίκαιρα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα,  Βρετανός δημιουργός Κεν Λόουτς (βραβευμένος δυο φορές με το Χρυσό Φοίνικα των Καννών για τις ταινίες του, «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι», το 2008, και «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» το 2016) δεν έχασε την ενέργεια και την έμπνευση του, όπως απέδειξε με τη νέα του ταινία, «The Old Oak», που πρωτοπροβλήθηκε στο 36ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.

Ταινία φτιαγμένη με το πάθος του ακτιβιστή αλλά και το χάρισμά του να φτιάχνει σκηνές στέρεες, πλούσιες σε αισθήματα αλλά και, όταν χρειάζονται, ανατροπές, με βάση το θαυμάσιο, πυκνό, φτιαγμένο με οικονομία, και με ωραίους χαρακτήρες, σενάριο του τακτικού του συνεργάτη, Πολ Λάβερτι.

Στο επίκεντρο της ιστορίας είναι το The Old Oak του τίτλου, το μόνο εναπομένον pub σ’ ένα χωριό της βορειοανατολικής Αγγλίας, μιας κάποτε ακμάζουσας μεταλλουργίας, το μοναδικό μπαρ όπου μπορούν ακόμη να συγκεντρώνονται οι κάτοικοι. Ένα «παμπ» που με δυσκολία καταφέρνει να κρατήσει ο ιδιοκτήτης του, Τι Τζέι (ένας εξαιρετικός, υποψήφιος για το βραβείο ερμηνείας, Ντέιβ Τέρνερ), κι όπου τα πράγματα δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο όταν στο χωριό καταφθάνουν οι πρώτοι Σύριοι μετανάστες, θύματα του πολέμου, που ο Τι Τζέι αποφασίζει να βοηθήσει, ιδιαίτερα όταν αυτός γνωρίζεται με μια νεαρή Σύρια φωτογράφο, τη Γιάρα.

Μια ιστορία που ο Λόουτς χρησιμοποιεί για να μας μιλήσει για την απώλεια, το φόβο, την προδοσία αλλά και τις δυσκολίες που προκαλεί η ανεύρεση ελπίδας. Ο Λόουτς έχει το χάρισμα να δένει τέλεια και με αρμονικότητα διάφορες καταστάσεις και θέματα. Στο θαυμάσιο αυτό, ξεχασμένο και από τον θεό αλλά όχι από τους πιστούς κατοίκους του,  Old Oak, βρίσκουν θέση όλοι και όλα: ο Τι Τζέι με το αγαπημένο του σκυλάκι (που θα χρησιμεύσει και για ένα από τα δραματικά στοιχεία της ταινίας), ο παλιός του φίλος και πρώην συμμαθητής Τσάρλι, που οι διαλυμένες κοινωνικές αξίες τον έχουν τώρα οδηγήσει στην απόγνωση, τον ρατσισμό και την προδοσία, η νεαρή Σύρια (Έμπλα Μάρα) με την κληρονομημένη, από ένα «εξαφανισμένο» στην πατρίδα του, πατέρα, παλιού τύπου φωτογραφική μηχανή και διάφορα άλλα πρόσωπα, εκπρόσωποι της τοπικής κοινωνίας αλλά και των μεταναστών.

Το μυστικό, που προσφέρεται και για μερικές από τις πιο ωραίες, και συγκινητικές, σκηνές της ταινίας, είναι το διπλανό, κλειστό για μεγάλο διάστημα, δωμάτιο στο παμπ: δωμάτιο παλιότερων κοινοτικών μαζώξεων των εργατών στο μεταλλωρυχείο, μελών του τοπικού εργατικού σωματείου. Ένα συμβολικό δωμάτιο που ο Τι Τζέι αποφασίζει να επαναλειτουργήσει, ύστερα από πρόταση της Λάρας και της μικρής ομάδας τοπικών γυναικών που αρχίζουν να βοηθούν τους Σύριους μετανάστες.

Μια λειτουργία με κοινοτικά δωρεάν γεύματα, που φέρνει κοντά κατοίκους και μετανάστες, βοηθώντας τους να έρθουν σ’ επαφή, να επικοινωνήσουν, να μοιραστούν αισθήματα και σκέψεις, και να δημιουργήσουν την αναγκαία αλληλεγγύη. Απόφαση όμως που θα φέρει στην επιφάνεια τα ρατσιστικά αισθήματα μερίδας των χωρικών, που προτιμούν να ρίχνουν τις ευθύνες των οικονομικών και άλλων προβλημάτων τους στους μετανάστες και όχι σε ένα κράτος που τους εκμεταλλεύεται για χάρη των μεγάλων επιχειρήσεων και γενικά του κέρδους για τη μειονότητα που κυβερνά.

Ο Λόουτς χρησιμοποιεί το «κλειστό» αυτό δωμάτιο, με τους τοίχους  γεμάτους με εκφραστικές, μαυρόασπρες φωτογραφίες από τους αγώνες των μεταλλωρύχων (από τις απεργίες, το μοίρασμα της σούπας στους ανέργους μεταλλωρύχους και τις οικογένειες τους, τις βίαιες επεμβάσεις της αστυνομίας, αλλά και την καθημερινή ζωή των εργατών και των οικογενειών τους), για να κάνει μια σύνδεση ανάμεσα στο ελπιδοφόρο παρελθόν (όταν τα σωματεία είχαν και δύναμη και αποφασιστικότητα) και το αφημένο στην τύχη του παρόν, με την ερειπωμένη πολη, τους εγκαταλειμμένους δρόμους, τους απογοητευμένους κατοίκους (μαζί και τη νεολαία) αφημένους στην απομόνωση και την απόγνωση. Ευτυχώς όμως, όπως μας λέει το δίδυμο Λόουτς-Λάβερτι, και το φως κάποιας ελπίδας. Οι συναθροίσεις κατοίκων και μεταναστών, η επιμονή και η αλληλεγγύη στις δραματικές καταστάσεις δείχνουν πως υπάρχουν τρόποι να ανακαλύψει κανείς την ποθητή ελπίδα. Μια ταινία, στο πνεύμα και τη δύναμη των άλλων, με κοινωνικοπολιτικά προβλήματα, ταινιών που εδώ και χρόνια μας παρουσιάσει με την ίδια ευρηματικότητα, τον ενθουσιασμό και την ανανέωση ο Λόουτς.

«Έχοντας παρακολουθήσει κοινωνικούς αγώνες και συγκρούσεις γνωρίζουμε τι να περιμένουμε», αναφέρει ο ίδιος ο Λόουτς στη συνέντευξη τύπου στις Κάννες. «Ο συγκεκριμένος όμως τρόπος που εκτυλίσσονται τα γεγονότα και ο τρόπος που αντιδρούν οι άνθρωποι είναι πάντα αποκαλυπτικός. Αυτό που έγινε ξεκάθαρο για μας είναι πως από την άποψη του καθενός υπάρχει μια αλήθεια. Το πρόβλημα όμως είναι, τι μαθαίνει κανείς από τις αλήθειες του;»

Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr

Smart Search Module