Μενού

ΤΡΙΓΩΝΟ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ, ΤΟ - Ασπασία Λυκουργιώτη

1612 3

Τα διάσημα μοντέλα Καρλ και Γιάγια είναι καλεσμένα σε μια πολυτελή κρουαζιέρα με μια παρέα από πλούσιους επιβάτες και έναν αλκοολικό μαρξιστή καπετάνιο. Όταν μια
θύελλα ξεσπά, η ειδυλλιακή κρουαζιέρα καταλήγει σε φιάσκο και αρκετοί επιβάτες επιζούν σε ένα έρημο νησί. Όμως, η καθαρίστρια είναι η μόνη που ξέρει να ψαρεύει.

Ανάμεσα στα φρύδια μας έχουμε μια ρυτίδα που περιγράφει τη θλίψη μας, μια θλίψη που δεν επιτρέπεται να έχουμε, αν είμαστε μοντέλα σαν την Γιάγια και τον Καρλ, που, αφού κάνουν έναν επικό καβγά (ρεαλιστικής διάρκειας και εκπληκτικής νατουραλιστικής σκηνοθεσίας) πάνω στο ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό του μπιστρό στο οποίο βρίσκονται, ξεκινούν να πάνε μια κερδισμένη κρουαζιέρα στη Μεσόγειο. Αυτήν, ευτυχώς, δεν θα χρειαστεί να πληρώσει κανένας. Βεβαίως, στο τέλος μοιάζει να την πληρώνουν όλοι... Όλοι ή όσοι, τέλος πάντων, βρίσκονται στη θαλαμηγό για να κρύψουν τα ίχνη «Της» στο τρίγωνο των δικών τους φρυδιών και μαζί με τη Γιάγια και τον Καρλ να πουν ότι συνεχίζουν να βρίσκουν κάποιο νόημα σ’ αυτήν τη μάταιη ζωή. Οι δισεκατομμυριούχοι δηλαδή επισκέπτες, το ερωτευμένο (μεταξύ αυτών) ζευγάρι των ηλικιωμένων οπλοπαραγωγών ή και οι «τυχεροί» μικροαστοί υπάλληλοι της θαλαμηγού που πιστεύουν ότι θα βγάλουν «γερό» χαρτζιλίκι πουλώντας την αξιοπρέπειά τους στην εκπλήρωση παράλογων διαταγών. Μόνο ο αλκοολικός μαρξιστής καπετάνιος και οι Φιλιππινέζες καθαρίστριες ίσως να νιώθουν κάποια ανακούφιση με την έκβαση της πλοκής, που οδηγεί όλες αυτές τις «μαριονέτες της ύπαρξης» ή, αλλιώς, τους «υπνοβάτες του Μπροχ», σε μια επίγεια κόλαση οξύτατου μαύρου χιούμορ, από την οποία δεν ξέρω τελικά αν καταφέρνει να γλιτώσει καν η ελπίδα.

Με αυτήν τη διπλή ουσιαστικά ταινία του, που μας πάει από τον παράδεισο στην κόλαση, ο Ρούμπεν Έστλουντ κερδίζει για δεύτερη φορά τον Χρυσό Φοίνικα. Σε αντίθεση με το εξίσου εντυπωσιακό σκηνοθετικά χρυσό του «Τετράγωνο» (2017), που κατείχε όλα τα εργαλεία κριτικής της αστική τάξης (καθώς μετέφερε και άψογα την τελευταία λέξη της «αστικής» εικαστικής performance), αλλά μας δημιουργούσε μια έντονη αμηχανία, όταν η κάμερα ακολουθούσε αμφίσημα το αδιέξοδο ενός αστού επιμελητή εικαστικών εκθέσεων, το «Τρίγωνο» δεν μας δημιουργεί αμηχανία. Αν και εδώ η κάμερα παρακολουθεί το υπαρξιακό αδιέξοδο του Καρλ (βρίσκεται πίσω από τον ψηλό του σβέρκο), ο σκηνοθέτης μοιάζει εξαρχής να παίρνει πιο ξεκάθαρη κριτική θέση έναντι του συστήματος στο οποίο
τα «μοντέλα» του κολυμπούν.

Επηρεασμένος πιθανά και από τα χρυσά «Παράσιτα» (2019) του Μπονγκ Τζουν-Χο, γράφει ένα πιο έκδηλα σατιρικό σενάριο, στο οποίο ο πολιτισμός πνίγεται στα απόβλητά του και οι φτωχοί μοιραία κάποτε εκδικούνται. Η αχίλλειος πτέρνα, όμως, αυτής της -κατά τα άλλα αριστοτεχνικής-
ταινίας είναι ότι οι φτωχοί δεν φαίνονται ούτε στο ελάχιστο καλύτεροι· λεπτομέρεια που προδίδει πως ο δεξιοτέχνης Έστλουντ δεν έχει αποποιηθεί πλήρως τον «αστικό» ρεαλισμό του, που διαφέρει, όπως και να το κάνουμε, από τον «προλεταριακό» ρεαλισμό των «Παρασίτων», όπου η κάμερα τοποθετείται πιο χαμηλά...

Ασπασία Λυκουργιώτη
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα cinematek.gr

Smart Search Module