Μενού

ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - Πάρις Μνηματίδης

2011 7

Το νέο φιλμ του Άιρα Σακς είναι πρώτα και κύρια ένα κινηματογραφικό μάθημα σχετικά με την αποτύπωση ενός αφόρητου βασικού χαρακτήρα. Ο Τόμας, γερμανός σκηνοθέτης που ζει και εργάζεται στο Παρίσι, είναι μια εξαντλητική κινηματογραφική εκδοχή  του ναρκισσισμού. Κατά τη διάρκεια του πάρτι για την ολοκλήρωση της τελευταίας του ταινίας, ενδίδει στην ακατανίκητη έλξη που μοιράζεται με την Αγκάτ και περνάει τη νύχτα μαζί της. Το αναφέρει στον σύζυγό του χωρίς πρόθεση να διαλύσει τον γάμο τους, όμως στη συνέχεια βαυκαλίζεται πώς είναι ερωτευμένος μαζί της και αποφασίζει να εγκαταλείψει τη συζυγική στέγη. Μόλις τα πράγματα σοβαρεύουν ανεπιστρεπτί με την Αγκάτ, αρχίζει τις ολοένα και συχνότερες στο σπίτι που άλλοτε μοιραζόταν με τον Μάρτιν, βάζοντας στόχο της ζωής του να μην τον αφήσει να προχωρήσει.

Η επιτυχία του Σακς εντοπίζεται ακριβώς στη διαχείριση ενός τέτοιου ήρωα που διαλύει όσους τον περιβάλλουν, σκορπώντας τα ψυχικά τους συντρίμμια στους πέντε ανέμους. Ίσως στην εποχή μας η φράση «τοξικός» να χρησιμοποιείται με κάποια ευκολία, στην περίπτωση του Τόμας, ωστόσο, φαντάζει η μόνη κατάλληλη για να τον περιγράψει. Τα ονόματα της ελληνικής γλώσσας ωχριούν, ενδεικτικά θα ήταν δόκιμη η χρήση όρων όπως εγωπαθής, εγωιστής, εγωμανής και πλείστα όσα συναφή. Δίχως να εξουδετερώνει τη βούληση (και την ευθύνη) των χαρακτήρων που ατυχώς συνυπάρχουν μαζί του, ο Σακς πλάθει με μια δόση εύστοχης υπερβολής (που απαντάται και στην γεμάτη ιδιορρυθμίες ερμηνεία του Φραντς Ρογκόφσκι) έναν ανθρώπινο οδοστρωτήρα, γοητευτικό στην όψη και στους τρόπους, καταφερτζή, χειριστικό και συναισθηματικά αδίστακτο, που νιώθει διαρκώς απειλούμενος από τα «περάσματα» που επιχειρούν οι υπόλοιποι στις τραυματισμένες από εκείνον ζωές τους.

Και όμως, το «Passages» δεν προσδοκά στη δημιουργία της διαρκώς κλιμακούμενης αντιπάθειάς μας προς τον Τομάς. Με το γνώριμο διαλογικό του ύφος, εμπλουτισμένο με την έντονη σωματικότητα και σεξουαλικότητα αρκετών σεκάνς, ο Σακς σκιαγραφεί την ερημιά μιας ψυχής που αποδιώχνει την ευτυχία κυνηγώντας την ικανοποίηση, σκοτώνοντας εν τη γενέσει της κάθε πιθανότητα ουσιώδους σύνδεσης με τον κόσμο. Ο Τομάς στροβιλίζεται με τέτοια μανία γύρω από τον εαυτό του, χτίζοντας ένα ερμητικό νοητικό κλουβί που χωράει μόνο εκείνον, που στο τέλος της ημέρας το μόνο που τον περιμένει είναι αμέριστη, σκληρή και δίκαιη μοναξιά. Δεν θα τον λυπηθούμε κιόλας, εννοείται, αλλά ο Σακς και ο συν-σεναριογράφος του Μαουρίτσιο Ζακαρίας υπενθυμίζουν ότι μία τόσο καταστροφική φιγούρα βαδίζει οπωσδήποτε στο μονοπάτι της αυτοκαταστροφής. Αυτό ίσως εξανθρωπίζει τη συμπεριφορά του, φέρνοντας τον σε περισσότερο καθημερινές διαστάσεις, και αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, ότι το εγγενώς ανικανοποίητο είναι για κάποιον άγνωστο ( ; ) λόγο γραμμένο στην ανθρώπινη ψυχή.

Ο Ρογκόφσκι μπορεί να είναι το αστέρι που λάμπει στο κέντρο της ταινίας, αλλά κανείς από όσους τον υποστηρίζουν δεν πάει πίσω. Εξαρχόπουλος και Γουίσο (το πολυεθνικό καστ είναι το λιγότερο ονειρώδες) συνιστούν αμφότεροι μείζονες παρουσίες˙ ειδικά ο τελευταίος προβάλλει μια συνταρακτική αξιοπρέπεια που αποτελεί πηγή συναισθηματικού πλούτου για το κείμενο της ταινίας. Περισσότερο από ένα ερωτικό τρίγωνο, τα «Περάσματα» είναι μια σκληρή και ανθρώπινη ταινία για τα σώματα και τις ψυχές που παραδίδονται στη δίνη των συχνά αντικρουόμενων επιθυμιών τους, εξορισμένα από την ηρεμία, έρμαια της ίδιας τους ατέλειας.

Πάρις Μνηματίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr

Smart Search Module