Μενού

ΠΑΓΟΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ, Ο - Πάρις Μνηματίδης

2011 7

Επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά πως ο Anthony Chen (αξίζει να ανακαλύψει κανείς το έξοχο «Ilo Ilo» που δεν πήρε ποτέ διανομή στην Ελλάδα) είναι ένας δημιουργός με ευαισθησία, που αποτυπώνει καταστάσεις χαμηλόφωνες οι οποίες όμως κρύβουν από κάτω πιο πολλές διαστάσεις από το αναμενόμενο. Φιλοδοξία του είναι να περιγράψει τα γενικότερα άγχη της σύγχρονης γενιάς των εικοσάρηδων στην Κίνα, γι’ αυτό και το φάσμα που καλύπτεται σε επίπεδο μορφωτικό, εισοδηματικό και ατομικών αξιών είναι ευρύ όσον αφορά τους τρεις βασικούς ρόλους. Από το κάδρο δεν λείπει κι ένα σχόλιο για την περίοδο της πανδημίας και πώς αυτή τελικά περισσότερο έφερε ένα πισωγύρισμα παρά μια αλλαγή προς το θετικότερο. Είναι κρίμα λοιπόν που, ενώ ο Chen αποδεικνύει τις ικανότητές του, δεν μπορεί να κρύψει πως εδώ αφηγείται μια ιστορία που είναι αρκετά «σκορποχώρι», ίσως γιατί περιγράφει και το εσωτερικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται η βασική τριάδα των ηρώων του, αλλά και πάλι, παρακολουθώντας κάποιος το φιλμ αισθάνεται ότι του λείπει σε κρίσιμο βαθμό η συνοχή.

Η ομορφιά και η μελαγχολία των εικόνων που παρελαύνουν επί της οθόνης σίγουρα δεν αμφισβητούνται (τα εύσημα πηγαίνουν και στην καλαίσθητη φωτογραφία της Jing-Pin Yu πέρα από τον ίδιο τον Chen), όπως και η αίσθηση πως υπάρχει μια γνησιότητα στην απλότητα των διαλόγων των πρωταγωνιστών ως προς το να αποτυπωθούν οι φιλοδοξίες τους, οι ανησυχίες τους, όσα τους βαραίνουν. Αλλά όσο η άρνηση του σεναρίου να ακολουθήσει μια πιο στιβαρή δομή γοητεύει στην αρχή και μυεί τον θεατή σε μια ατμόσφαιρα που ισορροπεί ανάμεσα στο καθημερινό και το ονειρικό, άλλο τόσο όσο προχωράνε τα λεπτά κουράζει καθώς δεν φαίνεται να οδηγεί σε κάποια απτά συμπεράσματα για τις διαδρομές των χαρακτήρων του, με το πολιτικό σχόλιο να είναι εύλογα πολύ διακριτικό και την ψυχολογική ανάλυση να μην πηγαίνει σε μεγάλο βάθος.

Είναι μάλλον σωστή η απόφαση η πορεία της κεντρικής τριπλέτας προς το άγνωστο να μην είναι απαραίτητα κι ένα ταξίδι προς την απόλυτη ετεροχρονισμένη ενηλικίωση. Σίγουρα όλοι τους καταλήγουν σε διαφορετικό σημείο από εκείνο που ξεκίνησαν, όμως δεν μπαίνουν και ως δια μαγείας όλα τα κομμάτια του νοητού παζλ στη θέση τους. Είναι σαν το τελικό επιμύθιο να συνοψίζεται στο ότι η υπέρβαση δεν είναι πανάκεια, πάντα όμως είναι η αρχή για κάτι, πιθανώς και καλύτερο από πριν. Εσκεμμένα υπάρχει κι ένα πέπλο μυστηρίου ως προς κάποιες από τις πτυχές του παρελθόντος των πρωταγωνιστών, αν κι εντοπίζονται σκηνές με exposition (πιο κραυγαλέο παράδειγμα η επίσκεψη της φίλης της Nana στο σπίτι της δεύτερης), προκειμένου να τονιστεί η παγκοσμιότητά τους όπως και το αιθέριο κι ευμετάβλητο της ύπαρξής τους λόγω νιότης. Είναι μια επιλογή που λειτουργεί, από την άποψη ότι προσθέτει μια γοητεία εκεί που η υπερβολική επεξήγηση μπορεί να την αφαιρούσε.

Μένει κάπως η αίσθηση ενός φιλμ που, ενώ είναι συνειδητοποιημένο ως προς το τι θέλει να πετύχει σε γενικό πλαίσιο, η εκτέλεση είναι μάλλον «φλου» σχετικά με το τι διατυπώνει για την υπό εξέταση ηλικιακή ομάδα της χώρας του. Το σύνολο βλέπεται με αρκετό ενδιαφέρον, αλλά απέχει από το να χαρακτηριστεί πραγματικά σπουδαίο, ειδικά σε επίπεδο νοηματικής.

Πάρις Μνηματίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr

Smart Search Module