Μενού

ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ - Γιάννης Ζουμπουλάκης

2106_6

Η αντανάκλαση του προσώπου ενός άντρα εμφανίζεται σιγά σιγά στην οθόνη με φόντο μια πόλη την οποία κοιτάζει μέσα από μια τζαμαρία. Ακόμα και ως φωτογραφία η σκηνή έχει κάτι το ελκυστικό ενώ η απαλή μουσική της Εμιλί Λεβγιενές Φαρούκ ταιριάζει απόλυτα προσθέτοντας μια μελαγχολία. Η πόλη είναι το Λονδίνο και αυτή είναι η πρώτη κιόλας σκηνή της τελευταία ταινίας του Άντριου Χέιγκ (γνωστού από την εξίσου θαυμάσια ταινία «45 χρόνια»)  • μια σκηνή που σου δίνει την αίσθηση ότι πρόκειται να δεις κάτι ιδιαίτερο.

Ευτυχώς, δεν πέφτεις έξω.

Γιατί το περιεχόμενο της ταινίας, τελικά δεν προδίδει την διάθεση που σου έχει φτιάξει αυτή η υπέροχη εισαγωγή. Σύντομα μαθαίνουμε ότι στο τεράστιο κτίριο κατοικούν μόνο δύο άνθρωποι, ο Ανταμ (Αντριου Σκοτ), ο άντρας της εισαγωγικής σκηνής και ένας ακόμα, ο Χάρι (Πολ Μεσκάλ), περίπου στην ηλικία του. Ο δεύτερος κάποια στιγμή χτυπά την πόρτα του πρώτου.

Το ότι είναι ομοφυλόφιλοι το έχεις καταλάβει, οπότε το φλερτ που θα αναπτυχθεί μεταξύ τους είναι κάτι που περιμένεις. Ομως η ομοφυλοφιλία δεν είναι τελικά το θέμα της ταινίας ή αν θέλετε δεν είναι μόνον αυτό το θέμα. Το φιλμ αποπειράται μια βαθιά, εξονυχιστική έρευνα του ψυχικού κόσμου του Ανταμ που ζει στοιχειωμένος από την τελευταία εικόνα των γονέων του, πεθαμένοι εδώ και χρόνια σε τροχαίο δυστύχημα.

Ο Ανταμ τους «συναντά» κάνοντας επισκέψεις στο εκτός Λονδίνου πατρικό του και οι «συναντήσεις» του μαζί τους είναι από την μια αλλόκοτες, στην σφαίρα της φαντασίας (ας μην ξεχνάμε ότι στην ηλικία που ο Ανταμ βρίσκεται στο παρόν, είναι πια μεγαλύτερός τους) και από την άλλη υπέροχα ρεαλιστικές, οι κουβέντες που πολύ πιθανόν να έκανε στην πραγματικότητα μαζί τους αν ζούσαν. Είναι κουβέντες για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του, κουβέντες για τα τραύματα της παιδικής ηλικίας του, κουβέντες για τα «πρέπει» και τα μη «πρέπει» της ζωής, τα λάθη, τις ενοχές.

Συγχρόνως, χάρη στις πολύ καλές ερμηνείες των Τζέιμι Μπελ και Κλερ Φόι είναι και τα πιο δυνατά σημεία μιας ταινίας που σκηνή με τη σκηνή δείχνει να γεμίζει από όλο και περισσότερα ερωτήματα αντί να προσφέρει απαντήσεις. Ο Χέιγκ δουλεύει θαυμάσια πάνω στο μεταίχμιο φαντασίας / πραγματικότητας και έχει καλά κρυμμένη για το τέλος την απάντηση τού (ας το πούμε) μυστηρίου, η οποία πραγματικά σε καθηλώνει.

Αλλά τι θα μπορούσε να σημαίνει μια ταινία που φτιάχτηκε απλώς και μόνο για την έκπληξη του τέλους και το αδιαμφισβήτητο ξάφνιασμα που προκαλεί; Τίποτα πέρα από τον εντυπωσιασμό. Αυτό δεν συμβαίνει στους «Αγνώστους μεταξύ μας» γιατί όλη η ταινία, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό της, είναι τελικά ένας πολύ ουσιαστικός και τρυφερός στοχασμός πάνω στα ενίοτε αθεράπευτα τραύματα της παιδικής ηλικίας, την ανάγκη για συμφιλίωση με τον ίδιο μας τον εαυτό για να προχωρήσουμε, την λύτρωση που όλοι αναζητούν – ορισμένες φορές απεγνωσμένα – και κυρίως, την τεράστια σημασία της αληθινής αγάπης που όλοι μας έχουμε ανάγκη.

Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr

 

Smart Search Module