Μενού

ΜΑΕΣΤΡΟΣ, Ο - Ηλίας Φραγκούλης

1818 2

Ο Λέοναρντ Μπέρνσταϊν ήταν bisexual. By the way, μιας που τα λέμε, διηύθυνε και κάτι ορχήστρες…

Στην αφίσα (και τα credits) του «Maestro» βλέπεις πρώτα το όνομα της Κάρεϊ Μάλιγκαν. Και το έργο παρουσιάζεται ως κινηματογραφική βιογραφία του Λέοναρντ Μπέρνσταϊν. Τον οποίο υποδύεται ο Μπράντλεϊ Κούπερ. Που σκηνοθετεί κιόλας. Και να θες να παρακολουθήσεις το φιλμ δίχως ενδοιασμούς, δεν σ’ αφήνουν ν’ αγιάσεις…

Ο Μπέρνσταϊν, ένας από τους σπουδαιότερους διευθυντές ορχήστρας στον κόσμο (και ίσως ο σημαντικότερος εξ Αμερικής), όσο και εξαιρετικά ταλαντούχος συνθέτης, σίγουρα αντιλαμβανόταν τη μουσική σαν το κέντρο του κόσμου. Χάρη στην αγάπη του για τη μουσική απέκτησε φήμη και δόξα παντοτινή. Σε ένα βιογραφικό φιλμ για τον Μπέρνσταϊν, λοιπόν, περιμένεις να αισθανθείς, να μάθεις και να καταλάβεις ποιος ήταν ο κόσμος του σε συνάρτηση με… τις παρτιτούρες, τα όργανα και τις μελωδίες. Αντ’ αυτού, ο Κούπερ δείχνει να ενδιαφέρεται πρωτίστως για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του ήρωά του, παράλληλα με την ερωτική σχέση που είχε με τη σύζυγό του, η οποία εμφανίζεται ως η δεύτερη μεγάλη αγάπη της ζωής του. Από η στιγμή που αυτό γίνεται κατανοητό, το «Maestro» δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα… κουτσομπολίστικο φιλμ ιδιωτικού βίου, το οποίο καταφεύγει σε μελοδραματικούς τόνους όταν καθετί άλλο που ήθελε να πει έχει εξαντληθεί (μαζί με την υπομονή του θεατή…).

Είναι σοκαριστική η ολοκληρωτική αδιαφορία που επιδεικνύει ο Κούπερ απέναντι σε σημαντικές φάσεις της καριέρας του Μπέρνσταϊν, όπως την χολιγουντιανή του περίοδο, την οποία ξεπαστρεύει με ένα μουσικοχορευτικό homage στο «3 Κορίτσια και 3 Ναύτες» (1949), για να μας δείξει (και πάλι, τελικά) την έλξη του προς το ανδρικό φύλο! Το μισό φιλμ πουλάει μόστρα σε μαυρόασπρο 4:3 ratio, το οποίο αποκτά τετραχρωμία στις αρχές της δεκαετίας του ’70, εκεί όπου η δραματική κατάσταση της υγείας της συζύγου του δικαιολογεί το billing της Μάλιγκαν και το έργο έχει αλλάξει κεντρικό ήρωα!

Σκηνοθετικά, ο Κούπερ αναλώνεται σε οπτικά «τρικάκια» και δυο-τρία traveling δήθεν virtuosité, με το (άστοχα μοιρασμένο σε δύο μέρη) χρώμα να παριστάνει την «καλλιτεχνική» άποψη και το σενάριο (που συνυπογράφει ο οσκαρούχος για το «Spotlight» Τζος Σίνγκερ) να φεύγει εκτός θέματος (που θα έπρεπε να είναι η προσωπικότητα ενός creative genius δίπλα στη σημασία και την ουσία της μουσικής). Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής Κούπερ και οι υποκριτικές του δυνατότητες αποτελούν την… ταφόπλακα του εγχειρήματος, με τον ηθοποιό να επαναλαμβάνει ένα εγωπαθές μειδίαμα που προσπαθεί ν’ ανασυρθεί πάνω από το (πραγματικά πετυχημένο, ειδικά στην ωριμότητα του ήρωα) μακιγιάζ της Βίβιαν Μπέικερ (Όσκαρ για το «Βόμβα», το 2020). Η Μάλιγκαν επενδύει με μεγαλύτερη ευκολία στο ούτως ή άλλως δραματικό φευγιό από καρκίνο και παίρνει με ευκολία το πάνω χέρι ως εμπειρότερη επαγγελματίας.

Είναι λίγο ντροπή, να χρειάζεται να μπεις στη Wikipedia για να εντρυφήσεις και να αιτιολογήσεις ένα κάποιο γιατί στο αξιακό μέγεθος ενός καλλιτέχνη, αφού έχεις παρακολουθήσει ολόκληρο βιογραφικό φιλμ για δαύτον! Κι αυτό λέει ότι χρειαζόταν να μάθεις για το «Maestro».

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σε δύο εβδομάδες θα το σταματάτε και θα ψάχνετε να δείτε κάτι άλλο στην πλατφόρμα του Netflix. Που μπορεί να του εξασφαλίσει μερικές υποψηφιότητες στα Όσκαρ, αν το σπρώξουν λιγάκι παραπάνω και οι παραγωγοί του, Μάρτιν Σκορσέζε και Στίβεν Σπίλμπεργκ…

Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module