Μενού

BLUE JEAN - Νίκος Παλάτος

1816 5

Καθηγήτρια φυσικής αγωγής σε δημόσιο αγγλικό σχολείο νιώθει το ασφυκτικό πλαίσιο της θατσερικής πολιτικής, καθώς οι ομοφυλοφιλικές της επιλογές κινδυνεύουν ν’ αποκαλυφθούν, τινάζοντας τη ζωή της στον αέρα.

Σε αντίθεση με την αντεργατική πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία έχει απασχολήσει δεκάδες φορές το βρετανικό σινεμά, η αντίστοιχη αντιμετώπιση του ομοφυλοφιλικού κινήματος από την συντηρητική βρετανική Κυβέρνηση της δεκαετίας του ’80 δεν έχει αναδειχθεί στον ίδιο καταγγελτικό βαθμό. Το περίφημο Άρθρο 28, το οποίο η Θάτσερ πέρασε μέσω νομοσχεδίου στα 1988, επιχειρώντας αφενός να ελέγξει την ομοφυλοφιλία μέσω τοπικών αρχών και σχολείων, αφετέρου να την ποινικοποιήσει, βρίσκεται στο επίκεντρο του σκηνοθετικού ντεμπούτου της Τζόρτζια Όουκλι. Οι προθέσεις της νεαρής Αγγλίδας auteur είναι ευγενέστατες, εν τούτοις, οι χαμηλότονοι ρυθμοί του δράματός της δε συμβαδίζουν με το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο οργής της εποχής εκείνης. Υπενθυμίζει, μεν, πως από τον καιρό εκείνο δεν έχουν περάσει δα και τόσα χρόνια, η ταινία της, όμως, θα μπορούσε να διαδραματίζεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε οποιαδήποτε περίοδο και σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου, μιας και το θατσερικό background μοιάζει περισσότερο με σεναριακή πρόφαση παρά με ουσιαστικό χρονικό πλαίσιο.

Η εσωστρεφής ζωή της λεσβίας καθηγήτριας Τζιν στη βορειοανατολική Αγγλία, διαταράσσεται όχι μόνο από την επικείμενη ψήφιση του Άρθρου 28 (είδηση που παίζει σε όλες τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα), αλλά και από την άφιξη νεαρής, επίσης ομοφυλόφιλης μαθήτριας στο τμήμα της. Ο εκφοβισμός τον οποίο σε καθημερινή βάση αντιμετωπίζει η Λόις από τις συμμαθήτριές της, αποκαλύπτει την αδυναμία της Τζιν να πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ της, αφού αν και αντιλαμβάνεται το τι ακριβώς συμβαίνει, φοβάται πως πιθανή παρέμβασή της θ’ αποκαλύψει τη δική της σεξουαλική ταυτότητα. Ο συνδυασμός της πιέσης από τους συναδέλφους της, του περίφημου Άρθρου 28, και των απαιτήσεων της συντρόφου της, δημιουργεί έναν κλοιό που μοιάζει να την πνίγει σταδιακά, καθώς η ευγενική Τζιν ολισθαίνει προς μια ολοένα πιο δυσχερή θέση, τόσο σε επαγγελματικό, όσο και σε προσωπικό επίπεδο.

Περιορισμένο στο τρίπτυχο σχολείο / σπίτι / gay club, το φιλμ αδυνατεί να καταγράψει την ευρύτερη εικόνα του συντηρητισμού, όχι μόνο της ίδιας της Κυβέρνησης (την οποίο φροντίζουν εμβόλιμα επίκαιρα της εποχής), αλλά της αγγλικής κοινωνίας γενικότερα. Η απαξίωση και ο χλευασμός των ομοφυλόφιλων της εποχής από τους «καλούς οικογενειάρχες» περιορίζεται σε ένα-δυο βλέμματα και κάποια μισόλογα, με την Τζιν να μην έρχεται ποτέ σε ευθεία σύγκρουση με τις επιπτώσεις του Άρθρου 28, μα να δείχνει πως επιθυμεί (σχεδόν!) να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του. Ίσως (εκ των πραγμάτων) να μη μπορεί να κάνει κι αλλιώς ή να μην έχει τέτοια διάθεση, όμως, αυτή η στάση έχει ως αποτέλεσμα το πεδίο σύγκρουσής της να περιορίζεται, από τη μία στην ταλαντευόμενη σχέση της με την (κατα)πιεστική σύντροφό της, κι από την άλλη με τον ίδιο της τον εαυτό.

Το λυτρωτικό ξέσπασμα ουδέποτε έρχεται για την Τζιν. Έτσι, το φιλμ την ευκαιρία για μία κατά μέτωπο σύγκρουση με τον θατσερισμό, παρόλο που οι αφορμές που δίνονται είναι πολλές (από τον έλεγχο των βιβλίων που «προάγουν» την ομοφυλοφιλία, μέχρι τον εν γένει «δαιμονισμό» των απανταχού gay), εμμένοντας σε μια άκρως προσωποκεντρική απεικόνιση του κλίματος της εποχής. Υπό αυτό το πρίσμα, το «Blue Jean» πετυχαίνει διάνα, μιας και η πρωταγωνίστρια Ρόζι ΜακΓιούεν καταφέρνει ν’ αποδώσει με έξοχο τρόπο την ντροπή και το φόβο που ο μισαλλόδοξος περίγυρος της επιβάλει. Η μόνιμη συστολή της, βέβαια, μοιάζει σε κάποιες στιγμές παράταιρη του ευρύτερου αναβρασμού που υπήρχε τότε στην Αγγλία, σε βαθμό να… παρακαλάς (σχεδόν) να την δεις να παίρνει την κατάσταση των πραγμάτων στα χέρια της. Το περιστατικό στο σπίτι της αδελφής της κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση, καταλήγει όμως μάλλον μικρό σε σημασία γεγονός κι έρχεται σίγουρα αργά. Το προσωπικό αδιέξοδο της Τζιν, το οποίο μεγεθύνεται υπό τον φόβο της επερχόμενης «θεσμοθετημένης» ομοφοβίας, έχει γίνει εξαρχής σαφές, εν τούτοις, το σενάριο παραμένει δέσμιο μιας τέτοιας οπτικής. Οι σκόρπιες ματιές που ριχνει σε συμβάντα του παρελθόντος, τα οποία προφανως τη σημάδεψαν (με κυριότερο παράδειγμα τον διαλυμένο γάμο της), επιβεβαιώνουν τούτη την αδυναμία.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το κλίμα θατσερικής περιόδου μπορεί να προδιαθέτει για κάτι α λα Κεν Λόουτς (με ομοφυλοφιλία αντί για εργατιά), το «Blue Jean», εν τούτοις, είναι ένα μικρό «art-house» δράμα εσωτερικής αναζήτησης και gay συνειδητοποίησης, στο οποίο η συγκεκριμένη εποχή ξεπροβάλει απειλητική μεν, ελάχιστα ουσιαστική δε. To παρόμοιου προβληματισμού, πλην feelgood διάθεσης «Pride» (2014), ήταν πολύ πιο ευστοχο στις παρατηρήσεις του. Θα εκτιμηθεί περισσότερο από τους φίλους του «φεστιβαλικού» κινηματογράφου, απ’ ότι από τους παραδοσιακούς πιστούς του βρετανικού σινεμά. Η πρωταγωνίστρια Ρόζι ΜακΓιούεν, πάντως, δείχνει πως έχει τα φόντα να μας απασχολήσει στο προσεχές μέλλον.

Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module