Μενού

BLUE JEAN - Πάρις Μνηματίδης

1922 8

Μπορεί η δράση του φιλμ να λαμβάνει χώρα τον καιρό που ήταν κεντρικό θέμα στον βρετανικό δημόσιο λόγο το θατσερικό Άρθρο 28 για την απαγόρευση της «προώθησης της ομοφυλοφιλίας» από τοπικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, όμως η προσέγγιση της Georgia Oakley, ενώ δεν είναι απολιτίκ, έχει στραμμένο το βλέμμα της περισσότερο στον κοινωνικό αντίκτυπο της εν λόγω νομοθεσίας και λιγότερο στις καθαρόαιμα ιδεολογικές διεργασίες, αντικατοπτρίζοντας ίσως και την οπτική της πρωταγωνίστριας (που κάποια στιγμή ακούγεται να λέει πως «δεν είναι τα πάντα πολιτική»). Είναι μια καταγραφή που διέπεται από αυθεντικότητα γιατί προέρχεται από μια κινηματογραφίστρια που όχι απλά έχει μελετήσει ενδελεχώς το θέμα, αλλά κυρίως διαθέτει βιώματα που συνδέονται άμεσα με τη συνθήκη αυτή.

Ένα πολύ αξιοσημείωτο γνώρισμα του φιλμ είναι η εκπληκτική αναπαράσταση της δεκαετίας του 1980, η οποία είναι επιτυχημένη επειδή εστιάζει στο να αποδώσει την ουσία της εποχής σε επίπεδο αισθητικής και συμπεριφορών και αποφεύγει με δεξιοτεχνία σχεδόν όλα τα κλισέ που έχουν επικρατήσει στο σινεμά σχετικά με το πώς πρέπει να μεταφέρεται η συγκεκριμένη περίοδος στη μεγάλη οθόνη, ειδικά από τη στιγμή που άρχισε η συλλογική νοσταλγία για αυτήν. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι μουσικές επιλογές του σάουντρακ, που με την εξαίρεση του κλασικού «Blue Monday» των New Order είναι αρκετά πιο «ψαγμένες» από τον μέσο όρο. Εσκεμμένα, η τεχνική που ακολουθείται σκηνοθετικά παραπέμπει στο σινεμά του τότε, αλλά ταυτόχρονα έχει και πινελιές που θα περίμενε κανείς από κάτι που έχει γυριστεί σήμερα (ειδικά όσον αφορά τη χρήση της αργής κίνησης και κάποια παιχνίδια με τους φωτισμούς), σαν να ανοίγει διάλογος από την Oakley μεταξύ δύο διαφορετικών και παρόμοιων συνάμα εποχών. Ο τονισμός των αντιθέσεων ανάμεσα στην τύπου εργατικής τάξης ζωή της κεντρικής ηρωίδας και της αρκετά ευκατάστατης αδερφής της έχει κάτι από Loach, με την εν λόγω παράμετρο (το οικονομικό στοιχείο δηλαδή) να έχει ένα ειδικό βάρος στην όλη ανάλυση που επιχειρείται. Από εκεί και πέρα εντοπίζονται και κάποιες άλλες διαστάσεις που προσθέτουν πόντους στο πόσο σύνθετη είναι η ματιά που υιοθετείται, όπως το πώς η ίδια η Jean εμμέσως απαξιώνει τη σεξουαλική της ταυτότητα λόγω έξωθεν προτύπων, κάτι που την οδηγεί σε λανθασμένες ηθικά αποφάσεις, καθώς και το γεγονός πως το κοινωνικό «διαίρει και βασίλευε» της τακτικής των Τόρις έχει τέτοια δύναμη που τη φέρνει στο σημείο να έρθει σε σύγκρουση με ανθρώπους με τους οποίους έχει περισσότερα να μοιράσει παρά να χωρίσει.

Έχει τη σημασία της η αισιόδοξη κατακλείδα που επιλέγεται λόγω και τωρινών πολιτικών συγκυριών σχετικά με κατακτήσεις της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας στη Δύση, έστω και αν η διαδρομή που ακολουθείται προσφέρει κάποιες εύκολες λύσεις σε δύσκολα ζητήματα που προκύπτουν. Η σύλληψη ότι οι μικρές καθημερινές νίκες που μπορεί να πετύχει η συλλογική δράση ενάντια σε ένα σύστημα που αφήνει λίγα περιθώρια για ελιγμούς είναι βαθιά ρομαντική, αλλά σε καμία περίπτωση ανεδαφική.

Στον κεντρικό ρόλο η Rosy McEwen μεταδίδει με επώδυνη ένταση το καθημερινό άγχος ενός ανθρώπου που αναγκαστικά καταπιέζει τη σεξουαλικότητά του και κατά συνέπεια την όλη συμπεριφορά του, με ένα βλέμμα που «βράζει» από συναισθήματα που παραμονεύουν κάτω από την επιφάνεια. Και τα ξεσπάσματά της, όταν αυτά εκδηλώνονται, μοιάζουν και αυτά να περνάνε από ένα φιλτράρισμα, δεν φτάνουν μέχρι τα άκρα, σαν να έχει περάσει εντός της μια ανάγκη για ευπρέπεια ως απόλυτη προτεραιότητα λόγω της πίεσης που υφίσταται από το περιβάλλον της. Είναι μια εξαιρετικά «ζυγισμένη» ερμηνεία, ευαίσθητη και λεπτοδουλεμένη. Από κοντά και η πολύτιμη υποστήριξη της Kerrie Hayes που εκπέμπει σε ένα διαφορετικό μήκος κύματος, με τον χαρακτήρα της να έχει κατακτήσει μια αυτοπεποίθηση που πηγάζει από την εσωτερική αποδοχή. Αυτήν την αίσθηση συνοψίζει η Hayes με μια προσέγγιση «ήρεμης δύναμης» ως προς την ηρωίδα που υποδύεται, σιγοντάροντας ιδανικά τη McEwen ως το κινηματογραφικό άλλο της μισό.

Πέρα από ένα ενθαρρυντικό δείγμα δουλειάς μιας ανερχόμενης δημιουργού που διαθέτει εκλεπτυσμένη αισθητική όσον αφορά την οπτική παρουσίαση μιας ιστορίας, το «Blue Jean» είναι πάνω από όλα μια κατάθεση ψυχής για το τι σημαίνει να είναι κανείς ΛΟΑΤΚΙ άτομο, ειδικά όταν αυτή η ιδιότητα στιγματίζεται από έναν ασφυκτικό περίγυρο. Και παρότι τοποθετείται εντός ενός πολύ συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου για το οποίο διατυπώνει και πολιτική άποψη, προχωράει σε διαπιστώσεις γύρω από τους μηχανισμούς του κοινωνικού ιστού που καταλήγουν να περιθωριοποιούν ευάλωτες ομάδες του οι οποίες επεκτείνονται και πέραν της εποχής που αποτελεί σημείο αναφοράς.

Πάρις Μνηματίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr

Smart Search Module