Μενού

ΚΑΛΕΣΜΑ 3: Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΕ ΕΒΑΛΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΩ, ΤΟ - Νίκος Τσαγκαράκης

Ο Εντ κι η Λορέιν Γουόρεν καλούνται να λύσουν ακόμα μία υπόθεση δαιμονισμού, αυτή τη φορά στο Κονέκτικατ των αρχών της δεκαετίας του 1980.

Ταινία τρόμου που αποτελεί την όγδοη προσθήκη στο αφηγηματικό σύμπαν που ξεκίνησε με το «Κάλεσμα» («The Conjuring», Τζέιμς Γουάν, 2013) και βασίζεται σε υπαρκτά περιστατικά υποτιθέμενων υπερφυσικών φαινομένων, που αντιμετώπισε και κατέγραψε το ζεύγος Γουόρεν. Αυτή είναι η δεύτερη ταινία της σειράς που σκηνοθετεί ο Τσέιβς, μετά την περυσινή απογοητευτική «Κατάρα της Γιορόνα» («The Curse of La Llorona»).

Αυτή που εγώ βρίσκω σοβαρότερη παράμετρο της πλοκής, είναι το ζήτημα που τίθεται στην προετοιμασία της δίκης, κατά την οποία οι Γουόρεν έρχονται αντιμέτωποι με το ερώτημα του τί θα γινόταν αν κάθε κατηγορούμενος επικαλούταν το υπερφυσικό για να δικαιολογήσει τις πράξεις του; Προβληματισμός που παραβλέπεται με όση ευκολία αξίζει ο ορθολογισμός του, για μια ταινία που αδιαφορεί ν’ απευθυνθεί στο κοινό της με περισσότερη αφηγηματική ευφυΐα και συνοχή απ’ ό,τι απαιτούν τα προ πολλού εξαντλημένα κλισέ του είδους.

1061 4

Παρότι λοιπόν να φαίνεται αντιδεοντολογικό και ακούσια υποτιμητικό για ένα έργο που δεν παύει ν’ αποτελεί το αποτέλεσμα του κόπου και του χρόνου δεκάδων ανθρώπων, δεν ξέρω αν έχω να κάνω κάτι περισσότερο από το να παραφράσω τον εαυτό μου σ’ αυτά που είχα σημειώσει για την προηγούμενη προσθήκη το 2016:

“όσο επιδέξιος κι αν είναι ο Τσέιβς, όσο επιμελημένη κι αν φροντίζει να είναι η παραγωγή του, με την έξυπνη αξιοποίηση του χώρου, τις επιδεικτικά ευέλικτες κινήσεις τις κάμερας και την πεντακάθαρη ατμοσφαιρική φωτογραφία, το εγχείρημά του στερείται ακριβώς όλη των πρωτοτυπία, την ευρηματικότητα και την “ψυχή’ που θα συμπλήρωναν συναρπαστικά την τεχνική του αρτιότητα.

Πόρτες και πατώματα που τρίζουν, παιδιά που καταλαμβάνονται από δαίμονες και άλλα τέτοια χιλιο-ιδωμένα, σε μια πλοκή που ούτως ή άλλως δε βγάζει ιδιαίτερο νόημα και προοδεύει με τον πιο στερεότυπο τρόπο σε μια ασυνάρτητη κι απλοϊκή κατάληξη”.

Νίκος Τσαγκαράκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα patris.gr

Smart Search Module