Μενού

ΝΥΧΤΑ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΟΥ, Η (Επανέκδοση) - Νίνος Φένεκ Μικελίδης

«Η νύχτα του κυνηγού», η μοναδική ταινία που σκηνοθέτησε ο ηθοποιός Τσαρλς Λότον, βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα του Ντέιβις Γκραμπ, που το σενάριο έγραψε ο Τζέιμς Άγκι, από τους πιο γνωστούς Αμερικανούς κριτικούς της τότε εποχής (αν και, σύμφωνα με την αυτοβιογραφία της γυναίκας του Λότον, ηθοποιού Έλσα Λάντσεστερ, ο Λότον δεν έμεινε ικανοποιημένος, με αποτέλεσμα να το ξαναγράψει ο ίδιος).

Η ιστορία εκτυλίσσεται στην κοιλάδα του Οχάιο, στη δεκαετία του ΄30, περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Ο Χάρι Πάουελ, ένας αυτοχειροτονημένος ιεροκήρυκας (ποτέ ο Ρόμπερτ Μίτσαμ δεν ήταν τόσο εμπνευσμένος όσο στο ρόλο αυτό, που μέχρι σ’ ένα βαθμό θ’ αντιγράψει δεκαετίες αργότερα ο Ρόμπερτ ντε Νίρο στην ταινία «Το ακρωτήρι του φόβου»), που παντρεύεται χήρες κι ύστερα τις δολοφονεί για να τους πάρει τα λεφτά τους, συλλαμβάνεται για την κλοπή ενός αυτοκινήτου και κλείνεται στο ίδιο κελί με τον Μπεν Χάρπερ, που πρόκειται να εκτελεστεί για το φόνο του ταμία μιας τράπεζας, τον οποίο σκότωσε στη διάρκεια μιας ληστείας.

the night of the hunter1

Ο Πάουελ προσπαθεί αλλά δεν καταφέρνει να μάθει το μέρος όπου ο Χάρπερ έχει κρύψει τα λεφτά της ληστείας, έτσι, μετά την εκτέλεση του Χάρπερ, για να πάρει τα λεφτά παντρεύεται τη χήρα του κι αρχίζει να κυνηγά τα δυο μικρά παιδιά της (τα μόνα που ξέρουν που είναι κρυμμένα τα λεφτά) για να του αποκαλύψουν το μυστικό τους.

«Η νύχτα του κυνηγού» παραμένει ένα είδος διάττοντος αστέρα όχι μόνο στην καριέρα του Λότον (η εμπορική αποτυχία της θα τον οδηγήσει στο να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για άλλη σκηνοθεσία) αλλά και στην ιστορία του ίδιου του Χόλιγουντ. Κάτι ανάμεσα στην αλληγορία, το φιλμ νουάρ αλλά και το γουέστερν, όπου ο σκηνοθέτης της κατάφερε να συλλάβει την εφιαλτική ατμόσφαιρα των παιδικών παραμυθιών αλλά κι εκείνη των βιβλικών ιστοριών, εξαφανίζοντας τη γραμμή ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, δημιουργώντας ένα κλίμα πέρα για πέρα ονειρικό, όπως ακριβώς ταιριάζει στον κόσμο των παιδιών. Κλίμα που φέρνει στο νου όχι μόνο εκείνο του γερμανικού εξπρεσιονισμού αλλά και του σκανδιναβικού κινηματογράφου της βουβής περιόδου, ιδιαίτερα του Μόριτς Στίλερ και του Καρλ Ντράγιερ.

the night of the hunter4

Με τη βοήθεια του εξαιρετικού κάμεραμαν Στάνλεϊ Κορτέζ, ο Λότον δημιουργεί από την αρχή μια ατμόσφαιρα μη ρεαλιστική, πλάθοντας εξαίσιες, συχνά σουρεαλιστικές, εικόνες που μένουν καρφωμένες στη μνήμη του θεατή. Παράδειγμα η σκηνή όπου ο Πάουελ σκοτώνει τη Γουίλα (Σέλεϊ Γουίντερς) την ώρα που αυτή, ξέροντας πια την απόφασή του, ξαπλώνει ήρεμα στο κρεβάτι της, ενώ στη συνέχεια πετά το πτώμα της στο βυθό του ποταμού, σ’ ένα ανοιχτό αυτοκίνητο – και βλέπουμε τα μακριά, ατέλειωτα, λυμένα μαλλιά της να κατεβαίνουν αργά μέσα στο νερό. ‘Η εκείνη όπου ο Πάουελ αφηγείται την ιστορία της πάλης ανάμεσα στο καλό και το κακό, χρησιμοποιώντας τα δυο του χέρια, όπου στο δεξί είναι χαραγμένη σε τατουάζ η λέξη Α-Γ-Α-Π-Η και στο αριστερό η λέξη Μ-Ι-Σ-Ο-Σ. Αναφέρω ακόμη, τη βουτηγμένη σε μια ονειρική ατμόσφαιρα σκηνή με τα δυο παιδιά να προχωρούν στη βάρκα τους κατά μήκος του ποταμού, με την κάμερα να τα παρακολουθεί από τις όχθες, παρουσιάζοντας σε πρώτο πλάνο τα βατράχια ή μια αράχνη στον ιστό της.

Πολύ δίκαια η ταινία αυτή τοποθετείται σήμερα ανάμεσα στα πράγματι μεγάλα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ο Άδωνις Κύρου είχε απόλυτο δίκαιο όταν στο βιβλίο του, «Έρωτας και ερωτισμός στον κινηματογράφο», χαρακτήριζε την ταινία ως «ένα μοναδικό, μαύρο διαμάντι». Ένα διαμάντι που δεν έπαψε να προσελκύει αλλά και να προκαλεί τα ρίγη με την ίδια πάντα ξεχωριστή δύναμη και ομορφιά, κάθε φορά που το βλέπεις.

Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr

Smart Search Module