Ο δικηγόρος Μπράιαν Στίβενσον (Μάικλ Μπ. Τζόρνταν) φτάνει το 1989 στην Αλαμπάμα, για να αναλάβει αφιλοκερδώς την υπεράσπιση θανατοποινιτών. Στα χέρια του πέφτει και η υπόθεση του Γουόλτερ ΜακΜίλαν (Τζέιμι Φοξ), ενός άνδρα που καταδικάστηκε με ελλιπή στοιχεία. Και ενώ ο Γουόλτερ δεν πιστεύει ότι μπορεί να ανατραπεί μια επικείμενη εκτέλεσή του, ο Μπράιαν επιμένει ότι θα αποκαλύψει την αθωότητά του.
Βασισμένη στα απομνημονεύματα «Just Mercy: A Story of Justice and Redemption (2014) του δικηγόρου και κοινωνικού ακτιβιστή Μπράιαν Στίβενσον, η ταινία περιγράφει τον πραγματικό του αγώνα να φέρει στο φως τα ατράνταχτα στοιχεία που θα αποδείκνυαν τη σκευωρία πίσω από την καταδίκη του θανατοποινίτη Γουόλτερ ΜακΜίλαν. Η φυλάκιση του τελευταίου ήταν αποτέλεσμα μιας καλοστημένης παγίδας, μιας εκδίκησης που του στέρησε την ελευθερία, την ελπίδα και την εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη. Σεναριακά η κατασκευή των ψευδών εις βάρους του στοιχειών, αλλά και η νέα έρευνα αυτών των στοιχείων εκ μέρους του Μπράιαν, πραγματοποιούνται με στιγμές υποβόσκουσας έντασης και συναισθημάτων που δεν ξεσπούν στην οθόνη, αλλά συμμετέχουν χαμηλόφωνα στο δράμα.
Η πλοκή τονίζει πως για τον Γουόλτερ η δικαιοσύνη δεν υπήρξε ποτέ τυφλή. Αντιθέτως τον κοίταξε στο πρόσωπο και εξαιτίας του χρώματός του τον έκρινε, χωρίς δίκη, δολοφόνο και εγκληματία. Ο λόγος ενός Αφροαμερικανού δεν θα ήταν ποτέ αρκετός απέναντι στην καταδικαστέα μαρτυρία ενός λευκού άνδρα. Το ισχυρό, όμως, ένστικτο του δικηγόρου του δεν άφησε περιθώρια για άλλη εξαπάτηση του νόμου. Όπως υποστηρίζει ο Μπράιαν σε μια σκηνή της ταινίας «το αντίθετο της φτώχειας δεν είναι ο πλούτος, το αντίθετο της φτώχειας είναι η δικαιοσύνη», και ακριβώς αυτό πρεσβεύει η μάχη του ενάντια στη «γύμνια» που αισθάνονται οι φτωχοί και κοινωνικά αποκλεισμένοι απέναντι στον νόμο.
Το ρατσιστικό παραλήρημα της δικαστικής εξουσίας, με τις συνεχείς απορρίψεις των αιτημάτων για επανάληψη της δίκης του Γούολτερ, γυρίζουν μπούμερανγκ στο σύστημα και τον εισαγγελέα της περιοχής. Ταγμένος στην προστασία των προνομιούχων πολιτών, ξεχνά να προστατεύσει τους αδύναμους. Ανεπανάληπτη είναι σκηνή όπου η σύζυγός του, παρακολουθώντας τον σε συνέντευξη να επιμένει στην ενοχή του Γουόλτερ, τον κοιτάζει με απαξιωτικό ύφος σαν να του λέει «πώς είναι δυνατόν να μην βλέπεις την αλήθεια;». Η ταινία μας θυμίζει πως το δίκαιο και το άδικο, το σωστό και το λάθος βρίσκονται τελικά πολύ κοντά. Για να λάμψει η αλήθεια αρκεί το δίκαιο και το σωστό να υψώσουν το ανάστημά τους, παραμερίζοντας κάθε μορφή απελπισίας. Είναι σοκαριστικό το πόσο εύκολα μπορεί να βρεθεί κάποιος στη θέση του Γούολτερ και ακόμα πιο σοκαριστικό το γεγονός ότι συνεχώς ακούμε παρόμοιες ιστορίες, προερχόμενες από όλες τις γωνιές της γης.
Η κινηματογραφική ιστορία του Γουόλτερ και του Μπράιαν έχει ως πρωταγωνιστές δυο εξαιρετικούς ηθοποιούς, που αδικήθηκαν στα βραβεία. Ο Τζέιμι Φοξ αποδίδει την ψυχολογία του θανατοποινίτη Γουόλτερ, ο οποίος, αν και περιμένει με στωικότητα το τέλος, καθώς δεν ελπίζει πλέον σε τίποτα, ελπίζει ξανά στα πάντα και απελπίζεται ξανά, όταν πια όλα μοιάζουν χαμένα. Στο πλευρό του ο Μάικλ Μπ. Τζόρνταν υποδύεται με ηρεμία τον Μπράιαν. Ο νέος δικηγόρος υπομένει εξευτελισμούς και απειλές από τους εκπροσώπους του νόμου, αλλά δεν ξεμακραίνει από τον στόχο του. Συγκλονιστικός είναι και ο Τιμ Μπλέικ Νέλσον στο ρόλο του Ραλφ Μάγιερς, ενός άνδρα που εξιλεώνεται από το παρελθόν του με αποφασιστικότητα.
Η ταινία είναι ένας φάρος αισιοδοξίας και πίστης πως εκεί έξω υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που δεν κάνουν πίσω μέχρι η δικαιοσύνη να επικρατήσει.
Δέσποινα Τριανταφυλλίδου
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα eleftheria.gr