Μενού

ΜΙΚΡΕΣ ΚΥΡΙΕΣ - Κωνσταντίνος Καϊμάκης

H ρομαντική, περιπετειώδης, δραματική και απερίγραπτα συγκινητική ζωή των τεσσάρων αδελφών Μαρς στις ΗΠΑ του 19ου αιώνα, όπως την περιγράφει στο βιβλίο της η συγγραφέας Τζο Μαρς, που θυμάται τα βασικά επεισόδια από την παιδική και εφηβική ηλικία τους.

Είναι προφανές γιατί η Γκρέτα Γκέργουικ επέλεξε το διάσημο μυθιστόρημα της Λουίζ Μέι Άλκοτ για τη δεύτερη σκηνοθετική δουλειά της. Μετά από το εντυπωσιακό ντεμπούτο της με το «Lady bird», η 37χρονη δημιουργός πατάει στα κλασικά μεγέθη ενός από τα πλέον εμβληματικά αμερικανικά μυθιστορήματα για να δείξει ότι το πέρασμα του χρόνου έχει επιφέρει ριζικές αλλαγές σε πολλά κοινωνικοπολιτικά επίπεδα αλλά όχι και στη θέση της γυναίκας.

Στην πραγματικότητα, η Γκέργουικ πασχίζει να διατηρήσει την ψυχραιμία και τον έλεγχο των αφηγηματικών εργαλείων της σε μια ταινία που εύκολα θα μπορούσε να χαθεί στον ακαδημαϊσμό και την ανούσια καταγγελία. Τα καταφέρνει μια χαρά, καθώς χωρίς να προσβάλει το πνεύμα του έργου που έγραψε η Άλκοτ το 1868 βρίσκει τον τρόπο για να μπολιάσει την πλοκή με τις δικές της ιδέες και να σχολιάσει δημιουργικά μια ιστορία ενηλικίωσης που αποκτά διαχρονική χροιά και έχει ισχυρό αντίκτυπο στο σημερινό γυναικείο κίνημα.

little1

Μερικά από τα εξωφρενικά ή αδιανόητα που συναντά στον δρόμο της η επαναστάτρια Τζο (ταμάμ στο ρόλο η δυναμική Σίρσα Ρόναν) αναφέρονται στην «αδυναμία» της γυναίκας να ορίσει μόνη την τύχη της, ενώ κάποια στιγμή η θεία των κοριτσιών (ευκολάκι για τη Στριπ ο ρόλος της μονόχνωτης γριάς) λέει στην Τζο ότι η γυναίκα είναι φτιαγμένη μόνο για τον γάμο αλλά παίρνει την πληρωμένη απάντηση από την τσαούσα ανιψιά της.

Περιττό να πω ότι η ταινία θα σας κάνει να κλάψετε ουκ ολίγες φορές, παρότι η Γκέργουικ καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες –κυρίως σε σκηνοθετικό επίπεδο– για να αποβάλλει το μελό. Είναι τέτοια όμως η δυναμική της ιστορίας που είναι δύσκολο να σε αφήσει ασυγκίνητο, ενώ το καρέ των κοριτσιών που υποδύονται τις «Μικρές κυρίες» είναι εξαιρετικό με αποτέλεσμα οι Σίρσα Ρόναν και Φλόρενς Πιου να φιγουράρουν στις οσκαρικές λίστες, όπως και η ίδια η ταινία στην κατηγορία των κορυφαίων φιλμ της χρονιάς.

Όχι όμως και η σκηνοθεσία της Γκέργουικ, κάτι που ήταν έκπληξη από τη στιγμή που η ταινία παίζει τόσο δυνατά στα όσκαρ με τις 6 υποψηφιότητες. Αυτό συμβαίνει προφανώς επειδή η αγωνία της Καλιφορνέζας να μην υπογράψει ένα φιλμ ακαδημαϊκό την οδηγεί μερικές φορές στην υπερβολή, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στις σκηνές με τα νευρικά –και κάπως ναρκισσιστικά ή και ζαλιστικά– τράβελινγκ των εσωτερικών χώρων, κάτι που προφανώς δεν ταιριάζει με το υπόλοιπο ύφος του φιλμ.  

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athensvoice.gr

Smart Search Module