Απολαυστική, αφηγηματικά πυκνή και φρενήρης αστυνομική ταινία δράσης, που πραγματεύεται την ανοικτή πληγή στο σώμα της Αστυνομίας (εδώ της Νέας Υόρκης) με το όνομα «διαφθορά», παρακολουθείται απ’ την αρχή μέχρι το τέλος με κομμένη την ανάσα και έχει ως πρωταγωνιστές ένα δίδυμο αστυνομικών που τρέχουν πίσω από μία σειρά εξαιρετικά βίαιων γεγονότων με σκοπό να τα προλάβουν - δηλαδή, για να συλλάβουν ή (ακόμη και) να εξοντώσουν αυτούς που τα προκαλούν. Που με τη σειρά τους είναι ένα άλλο ζευγάρι χαρακτήρων, εξ ίσου ανομοιογενές, αλλά με διαφορετικά κοινά σημεία.
Το πρώτο ντουέτο αποτελείται από έναν άνδρα και μία γυναίκα, έναν μαύρο και μία ξανθιά, έναν αστυνομικό της Δίωξης Εγκλήματος και μία συνάδελφό του της Δίωξης Ναρκωτικών. Ο Αντρέ Ντέιβις, ένας εργένης που έχει να φροντίσει μία ανήμπορη μητέρα, είναι κάτι σαν σύγχρονος επιθεωρητής Κάλαχαν: ένας μπάτσος που πυροβολεί με το που θα του δοθεί η ευκαιρία, και που η πρόσφατη βίαιη συμπεριφορά του διερευνάται από τις Εσωτερικές Υποθέσεις. Η Φράνκι Μπερνς, μία ανύπαντρη μητέρα που έχει να φροντίσει μία ανήλικη κόρη, είναι περισσότερο διαλλακτική, αν και γίνεται κι αυτή το ίδιο βίαιη όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Στον αντίποδα βρίσκεται το δεύτερο ντουέτο, οι «παράνομοι» της ταινίας, που βρέθηκαν μπλεγμένοι σε κάτι που τους ξεπερνά, και πρέπει να βγουν ζωντανοί. Ένας λευκός κι ένας μαύρος, αμφότεροι με στρατιωτική εκπαίδευση, αλλά βετεράνος είναι μόνο ο πρώτος.
Ένας αδίστακτος άνδρας, που εξ αρχής ανοίγει πυρ κατά τεσσάρων αστυνομικών και τους σκοτώνει. Γιατί βρέθηκαν τη λάθος ώρα στο λάθος μέρος. Ή δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα; Σεναριακά, με τον πραγματικό χρόνο να είναι σχεδόν τριπλάσιος του φιλμικού, και με το Μανχάταν να έχει τεθεί υπό αστυνομικό κλοιό, δηλαδή με σφραγισμένες τις 21 γέφυρες (και τα τούνελ) που το συνδέουν με τις άλλες περιοχές της Νέας Υόρκης, η ταινία συνδυάζει αψεγάδιαστα δύο διαφορετικές παραδόσεις: τη φιλμική, όπου οι αστυνομικοί ερευνούν μία δύσκολη υπόθεση και η δουλειά τους οδηγεί στην εξιχνίαση, και την τηλεοπτική, όπου οι πρωταγωνιστές διαβάζουν σωστά όσα τους μεταφέρονται από το «κέντρο πληροφοριών» της αστυνομίας, και συλλαμβάνουν τους δράστες. Κι αν τύχει και συλλάβουν και κάποιον ενδιάμεσο, αυτός ξερνάει αμέσως ό,τι ξέρει, για να γλιτώσει το τομάρι του. Δεν υπάρχει πια «μπέσα», ούτε μεταξύ των «καλών» ούτε μεταξύ των «κακών». Αυτά που τους συνδέουν είναι το συμφέρον, ακόμη κι όταν ενδύεται μία αύρα συλλογικότητας, ώστε να λειανθεί η διαφθορά, και η συγκάλυψη. Η τελευταία, όντας ένα εν εξελίξει «έγκλημα», δίνει την ευκαιρία στον Τσάντγουικ Μπόουζμαν, μετά τον επώνυμο χαρακτήρα στον Μαύρο πάνθηρα, να πλάσει έναν πραγματικά σκληροτράχηλο αστυνομικό.
Δημήτρης Κολιοδήμος