Μία διεθνούς φήμης ταινία του πρώιμου ομιλούντος σοβιετικού κινηματογράφου, αλλά και μία από τις σημαντικές ταινίες με θέμα τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, Οι πατριώτες, περισσότερο γνωστή στη χώρα μας ως Οκράινα, κινείται στον αντίποδα των έργων ενός Αϊζενστάιν ή ενός Βερτόφ.
Το σινεμά του Μπάρνετ, γερασμένο και προπαγανδιστικό, βρίσκεται πιο κοντά σ’ εκείνο του Ντοβζένκο ή του Πουντόβκιν, χωρίς όμως τη δική τους ποιητική ομορφιά, όπου σημασία δεν έχει η μορφή, αλλά το περιεχόμενο: οι ιστορίες που αφηγείται και το (θετικό) μήνυμα που αυτές μεταδίδουν στον θεατή. Η δράση τοποθετείται σ’ ένα απομακρυσμένο χωριό της τσαρικής Ρωσίας του 1914, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, όπου ο πόλεμος διακόπτει την προσπάθεια οργάνωσης των εργατών των εργοστασίων κατά των εκμεταλλευτών ιδιοκτητών τους. Από την απεργία στο πεδίο της μάχης, λοιπόν, ενώ η ζωή στο χωριό ακολουθεί πια τον ρυθμό που της καθορίζει η εμπόλεμη αναμέτρηση.
Οι επιμέρους ιστορίες, είτε έχουν ως επίκεντρο το χωριό είτε τα χαρακώματα, διαπλέκονται με την επικυρίαρχη: αυτή της αθώας κόρης ενός παπουτσή, που ερωτεύεται έναν φοιτητή, αλλά κι έναν γερμανό αιχμάλωτο, με τον οποίο μετά βίας μπορεί να συνεννοηθεί. Οι στρατιώτες βιώνουν τη ματαιότητα του πολέμου, οι εργαζόμενοι προσεγγίζουν ο ένας τον άλλον, οι κερδοσκόποι εξ ορισμού απομονώνονται, ο έρωτας και τα καλά αισθήματα θριαμβεύουν. Κάθε χαρακτήρας έχει τη δική του σημασία μέσα στην αφήγηση, υποστηρίζεται δραματουργικά και δεν υπακούει απλώς στη συμβολική σκοπιμότητα, παρόλο που την υπηρετεί πιστά. Διότι ο κινηματογράφος του Μπάρνετ (που στα 18 του είχε καταταγεί στον Κόκκινο στρατό και στα 25 είχε σκηνοθετήσει την πρώτη του ταινία) είναι ρεαλιστικός, διαθέτει χιούμορ και τρυφερότητα, και αναδεικνύει τις παραδοσιακές αξίες: πατρίδα, εργασία και οικογένεια.
Δημήτρης Κολιοδήμος