Την πολύπλοκη εξέλιξη μιας ιστορίας ενηλικίωσης αφηγείται στην πρώτη της αυτή, δοσμένη με φρεσκάδα και αίσθηση της δύναμης της εικόνας, βραβευμένη με τη Χρυσή Κάμερα των Κανών, και με συμπαραγωγό τον Μάρτιν Σκορσέζε, ταινία της, «Τελευταίο καλοκαίρι», η πρωτοεμφανιζόμενη, γεννημένη στο Ντουμπρόβνικ και εγκατεστημένη στη Νέα Υόρκη, σκηνοθέτρια Αντονέτα Άλαματ Κουσιγιάνοβιτς.
Η ιστορία εκτυλίσσεται με φόντο ένα όμορφο, κάτω από ένα καταγάλανο ουρανό, ειδυλλιακό νησί της Κροατίας, όπου η έφηβο πρωταγωνίστρια, Γιούλια (Γκρασίγια Φιλίποβιτς), ζει μαζί με τη μητέρα της, Νέλα (Ντανίκα Κούρσιτς) και τον αυταρχικό πατέρα της Άντε (Λέον Λούσεφ), με τον οποίο περνάει τις μέρες τις ψαρεύοντας στο βυθό σμέρνες και άλλα ψάρια, ώσπου η άφιξη ενός παλιού φίλου του πατέρα της, του Χάβι (Κλιφ Κέρτις), ενός πάμπλουτου «αδίστακτου συμβόλου», όπως τον αποκαλούν τα μίντια, ο οποίος στο παρελθόν ήταν ερωτευμένος με τη μητέρα της και με τον οποίο ο Άντε είχε κάποτε συγκρουστεί (είχε βυθίσει το σκάφος του πατέρα του), αρχίζει να αναταράζει τα νερά. Ο Άντε θέλει να πείσει το Χάβι να αγοράσει ένα οικόπεδό του, που θα του δώσει την ευκαιρία να εγκαταλείψει τη ζωή του ψαρά, ενώ η κάπως αφελής Γιούλια, που περιφέρεται σχεδόν γυμνή γύρω από τον Χάβι και τους άλλους καλεσμένους του, αρχίζει να πιστεύει σε μεγάλη ζωή στο Χάρβαντ, όπως της υπόσχεται ο Χάρβι, προσπαθεί να πείσει τη μητέρα της να φύγουν μαζί με τον Χάβι στο εξωτερικό.
Η Κουσιγιάνοβιτς στήνει με ξεχωριστή φροντίδα τις σκηνές της, κινώντας βήμα-βήμα και με επιδεξιότητα τα πρόσωπά της μέσα από μια συνεχώς αναπτυσσόμενη αστάθεια, κι αυτό όχι απλώς σχετικά με τον αν οι δυο γυναίκες φύγουν με τον Χάβι αλλά και αν ο Χάβι είναι ακόμη ερωτευμένος με την Νέλα ή αν τώρα έχει αρχίσει να κοιτάζει ερωτικά την Γιούλια (υπάρχει ακόμη και μια γεύση τραγωδίας μέσα από το όνειρο της Γιούλια όπου φαντάζεται πως ενώ ψαρεύει με τον πατέρα της τον χτπάει στο λαιμό με το καμάκι της). Στην όλη ατμόσφαιρα συμβάλλει και η χρήση των φυσικών χώρων – τόσο της θάλασσας και του νερού, όσο και των διάφορων απόμερων, σχεδόν άγριων περιοχών του νησιού (η εξαιρετική φωτογραφία είναι της Ελέν Λουβάρτ), που η σκηνοθέτρια εκμεταλλεύεται για να δημιουργήσει ένα είδος αντίστιξης με το καθημερινό δράμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Με την Γκρασίγια Φιλίποβιτς να δίνει όχι μόνο την επιμονή και το πείσμα της νεαρής Γιούλιας μπροστά στη σκληρότητα και την αυταρχικότητα του πατέρα της αλλά και τους δισταγμούς, την ανασφάλεια, τη σύγχυση και την όλη αναστάτωση του έφηβου χαρακτήρα της.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr