Το φιλμ που έβαλε για τα καλά στο χάρτη το τσεχοσλοβάκικο νέο κύμα, κερδίζοντας το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Δεν φορούν όλοι οι αντιήρωες κάπες. Σίγουρα όχι αυτός του Γίρι Μένζελ, ένας αργόσχολος νεαρός, ο οποίος καυχιέται πως είναι ο επόμενος μιας σειράς αντρών της οικογένειάς του πέρασαν τη ζωή τους μην κάνοντας κάτι. Έτσι κι εκείνος σκοτώνει την ώρα από τη θέση του υπαλλήλου σιδηροδρομικού σταθμού. Η ησυχία του ανατρέπεται, όμως, όταν ξαφνικά ερωτεύεται κεραυνοβόλα.
Ο Μένζελ κάνει μια πονηρή, σπιρτόζα και έξυπνη σπουδή πάνω στην ανδρική επιθυμία, ψυχογραφώντας παράλληλα ήρωες αποφασισμένους να μην εγκαταλείψουν τη βολή τους. Ειρωνεύεται με βιτριολικό χιούμορ την ανωριμότητά τους (ξεκαρδιστικός ο λόγος που νεαρός θέλει να αυτοκτονήσει) και φροντίζει να απεικονίσει τρυφερά τις στιγμές που προδίδονται από τα συναισθήματά τους. Ο σκηνοθέτης υπογραμμίζει την αθωότητα αυτών των αντρών χωρίς να παραγνωρίζει τα ελαττώματά τους, καθώς προετοιμάζει το έδαφος για το επίπονο τεστ που θα καθορίσει αν η αφέλειά τους θα τους σώσει ή όχι από τη σκληρή πραγματικότητα. Είναι εκείνη η στιγμή που μαζί με τον βάρβαρο ρεαλισμό αποκαλύπτεται και η ποιητική μαγεία του φιλμ που έβαλε στο χάρτη το τσεχοσλοβάκικο νέο κύμα, κερδίζοντας Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr