ΣΥΝΟΨΗ
Η Maria(Noomi Rapace) και ο Ingvar (Hilmir Snaer Guonason) είναι ένα μεσήλικο ζευγάρι που εκτρέφει πρόβατα στην άγρια φύση της Ισλανδίας. Άτεκνοι και χωρίς γείτονες, έχουν μόνο τα ζώα τους και ο ένας τον άλλον για συντροφιά αλλά η πολική θερμοκρασία του γάμου τους παραπέμπει σε μια τραγωδία του παρελθόντος. Τότε επεμβαίνει η μοίρα. Ένα από τα πρόβατά τους γεννά ένα υβριδικό πλάσμα με κεφάλι προβάτου και σώμα μικρού κοριτσιού. Η Maria και ο Ingvar «υιοθετούν» το μωρό και το αποκαλούν Ada (με τη Maria να βρίσκει μόνιμη λύση στο πρόβλημα της φυσικής μητέρας του παιδιού). Η προσθήκη ενός νέου στο νοικοκυριό φέρνει το ζευγάρι πιο κοντά στην «ευτυχία» μέχρι που ο απροσδόκητος ερχομός του αδερφού του Ingvar , Petur (Bjorn Hlynur Haraldsson) αναστατώνει την εύθραστη ισορροπία. Πρώην αστέρας της ποπ, ο Petur είναι ένας νομάδας του οποίου η έλξη για τη Maria τροφοδοτεί μια τεταμένη νέα δυναμική…
ΑΝΑΛΥΣΗ
Ο «Αμνός», το πρώτο έργο του Ισλανδού σεναριογράφου και σκηνοθέτη Valdimar Johannsson, έχει επιρροές από τους λαϊκούς θρύλους της Βόρειας Ευρώπης . Η μυθολογία και η λαογραφία είναι γεμάτη με υβρίδια μισού ανθρώπου/μισού ζώου -από γοργόνες , Κενταύρους μέχρι τον Μινώταυρο- οπότε η αποδοχή της εμφάνισης τέτοιων πλασμάτων στον «Αμνό» δεν είναι παράλογη.
Ο Johannsson υπήρξε μαθητής του Béla Tarr στο ‘’Film Factory’’ του Σεράγεβο. Στον «Αμνό» υπάρχουν αμυδροί απόηχοι της αφηγηματικής λιτότητας και της ακινησίας του έργου του Ούγγρου auteur, ο οποίος συμμετέχει και ως εκτελεστικός παραγωγός. Η οπτική του Johannsson είναι εναρμονισμένη με τη ξεχωριστή κουλτούρα της πατρίδας του και τη σκληρή ομορφιά του τοπίου , που συχνά φαίνεται τυλιγμένο σε μια ομίχλη μεταφυσικού τρόμου.
Η ταινία ξεκινάει με έναν πρόλογο που απεικονίζει την περιπλάνηση κάποιου πλάσματος (ακούμε τη βαριά αναπνοή του) καθώς περιφέρεται στις πεδιάδες της Ισλανδίας με ασαφή σκοπό, τρομάζοντας άλογα και πρόβατα. Αυτή η μη απεικονιζόμενη παρουσία είναι ένα από τα δομικά στοιχεία που χρησιμοποιεί ο Johannsson για να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα ήσυχου τρόμου ,που επιτείνει η πένθιμη φωτογραφία του Eli Arenson.
Η αφήγηση σύντομα επικεντρώνεται στους ανθρώπινους πρωταγωνιστές: η Maria και ο Ingvar δεν είναι δύο αμόρφωτοι κτηνοτρόφοι . Διαβάζουν βιβλία και ακούν μουσική, γνωρίζουν τη φινέτσα της υψηλής σκέψης και τα πιο ευγενή συναισθήματα, όπως αυτό που τους δένει μαζί. Ταυτόχρονα όμως είναι όντα με αρχέγονα και άγρια ένστικτα.Η ιστορία τους χωρίζεται σε τρία κεφάλαια που είναι στην πραγματικότητα οι θεατρικές πράξεις μιας απαραίτητης δραματουργίας για την εισαγωγή κάθε χαρακτήρα (άνθρωπου ή ζώου) .Ο Johannsson έχει μελετήσει διεξοδικά κάθε πλάνο, κάθε απέραντο ή αυστηρά οριοθετημένο χώρο, κάθε εκτυφλωτικό ή γεμάτο σκιές φωτισμό.
Ο «Αμνός» μπορεί να διαβαστεί ως αλληγορία για την απελπισμένη ανθρώπινη αποφασιστικότητα , έτοιμη να ξεπεράσει κάθε όριο και να παραβεί κάθε νόμο της φύσης. Ο Johannsson ενσωματώνει τους χαρακτήρες του σε μια παρθένα και αδιάφορη φύση, στην οποία προσπαθούν να κυριαρχήσουν μέσω της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, αρνούμενοι να αποδεχθούν την νομοτέλεια της.
Η αταβιστική δύναμη του φιλμ σε οδηγεί να πιστεύεις στο απίστευτο. Το αποτέλεσμα, για όσους μπορούν να ξεπεράσουν το ουσιαστικό εμπόδιο της «αναστολής της δυσπιστίας», είναι συναρπαστικό και ανησυχητικό. Όσο αστεία ή απίθανη κι αν ακούγεται η υπόθεση, οι πρωτεϊκές ,στοιχειωτικές εικόνες της ταινίας θα συνοδεύουν τον θεατή για πολύ καιρό.
Γιώργος Ξανθάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα fermouart.gr