Μενού

ΞΑΔΕΛΦΑΚΙ ΜΟΥ, ΤΟ - Νίκος Παλάτος

Διευθύνων σύμβουλος μεγάλης οικογενειακής εμπορικής εταιρείας αλκοολούχων ποτών και κρασιού, ανά πέντε έτη έχει την ανάγκη της υπογραφής του τύποις συνιδιοκτήτη της και εξαδέλφου του. Καθώς μεγάλη μπίζνα βρίσκεται προ των πυλών, η επίσκεψη στο συμβολαιογράφο δεν μπορεί να περιμένει. Ο ελαφρώς φευγάτος «συνέταιρος», όμως, έχει άλλα σχέδια κατά νου.

Άργησε να πάρει μπρος η γαλλική κωμωδία τούτη τη θερινή σεζόν, άπαξ όμως της πρεμιέρας της με το «Κάτι Τρέχει στο Σεν Τροπέ», έπιασε ρυθμό και δεν δείχνει να σταματιέται με τίποτα. Τούτο το «Ξαδελφάκι Μου», στα χαρτιά τουλάχιστον, μοιάζει σαν ευκαιρία για κάτι το διαφορετικό στο είδος, αφού ο σκηνοθέτης του, Γιαν Κουνέν, στο μακρινό 1997 είχε ντεμπουτάρει με την βίαια καρτουνίστικη «Συμμορία: Ντόμπερμαν» (περνώντας τότε στο σινεμά από το χώρο των music promo και δη εκείνων των Erasure της περιόδου εκείνης), το δε πρωταγωνιστικό του δίδυμο απέχει από το σύνηθες των ανάλογων «γαλλικουρ(γ)ιών», αφού κάθε άλλο παρά έχει ταυτιστεί μαζί τους. Πρώτα, όμως, βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι. Διότι αυτό που ξεκινά σαν μία αξιοπρεπής σε γενικές γραμμές buddy comedy, κάνει από το μέσον της κι έπειτα μια στροφή στη σύγχρονη tricolore φάρσα, που τόσο καλά πια ξέρουμε και τόσο πολύ… δεν αγαπάμε.

1244 1

O Πιερ είναι ένας καλοβαλμένος επιχειρηματίας που ζει μέσα στο μόνιμο άγχος της δουλειάς, ενώ την ίδια ώρα οφείλει να τα φέρνει βόλτα και στο σπίτι του, όπου έχει ν’ αντιμετωπίσει την ανασφαλή, στα όρια της κατάθλιψης κόρη του, αλλά και την ελαφρώς ψωνισμένη μουσικό κλασικού ρεπερτορίου σύζυγό του. Το μόνο που φαίνεται να τον ενδιαφέρει είναι η μεγιστοποίηση του τζίρου της εταιρείας του, μέσω της εξαγοράς όσο το δυνατόν περισσότερων εμπορικών σημάτων, κάτι που για να το πετύχει χρειάζεται τη σύμφωνη γνώμη (και υπογραφή…) του εξαδέλφου. Ο περί ου ο λόγος μοναχικός Αντριέν, έχει βρεθεί να είναι συνέταιρος με τον Πιερ χωρίς ν’ ασχολείται επί της ουσίας με οτιδήποτε αφορά την εταιρεία, αφού έχει άλλα θέματα ν’ αντιμετωπίσει. Το βαρύ ψυχολογικό τραύμα του θανάτου της μητέρας του, το οποίο χρήζει ιατρικής παρακολούθησης, με τη σχετική θεραπεία να μην πηγαίνει και τόσο καλά, αφού τον έχει φέρει σχεδόν ένα βήμα πριν τον εγκλεισμό σε ίδρυμα. Παρ’ όλα αυτά, ο Αντριέν θεωρεί πως οι συνθήκες είναι οι πλέον κατάλληλες ώστε να περάσει ωφέλιμο χρόνο με τον ξάδελφό του, αλλά και να ανακατευτεί, επιτέλους, με τα οργανωτικά της επιχείρησης. Από την άλλη, ο Πιερ αντιλαμβανόμενος πως ο ανταγωνισμός για την διεκδίκηση σπουδαίας οινοπαραγωγικής φίρμας από το Μπορντό είναι εντονότατος, οφείλει να τον πείσει να βάλει την τζίφρα του στα απαραίτητα χαρτιά το συντομότερο, μιας και οι Άγγλοι παραμονεύουν να κλείσουν την δουλειά πρώτοι. Πόσο εύκολο, όμως, είναι να γίνει αυτό, όταν ο άλλος βρίσκεται μονίμως… εκτός ελέγχου;

Ο Γιαν Κουνέν και ο συν-σεναριογράφος του (εκτός από πρωταγωνιστής του) Βενσάν Λαντόν, πατούν πάνω στους τυπικούς κώδικες των αυθεντικών buddy movies, επιχειρώντας εν προκειμένω να επαναφέρουν στο γαλλικό σινεμά το πνεύμα του Φρανσίς Βεμπέρ, όπως λανσαρίστηκε στον διασκεδαστικό «Κακό Μπελά» του 1973 (που έκανε κοτζάμ Μπίλι Γουάιλντερ να γυρίσει λίγα χρόνια έπειτα το αμερικάνικο remake του, με τίτλο «Buddy Buddy»!). Συστήνουν έτσι τους απαραίτητους για την περίσταση εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες, προτάσσοντας το τέχνασμα της επικείμενης υπογραφής, ώστε να τους φέρουν σε θέση να έχει απόλυτη ανάγκη ο ένας τον άλλον. Έπειτα, όμως, από τα διαδικαστικά εισαγωγικά, όπου οριοθετούνται σε σπίτι και γραφείο πρόσωπα και καταστάσεις, σκηνοθεσία και σενάριο ανακαλύπτουν το… «Αεροπλάνα, Λιμουζίνες και Τρένα» (1987), μετατρέποντας το φιλμ σε road movie, όπου η «τρελή περιπέτεια» στην εξοχή της Γαλλίας θα χτυπήσει την πόρτα των δύο εξαδέλφων. Από μόνο του δεν είναι κατακριτέο, αλλά η σεκάνς με το private jet που για επαγγελματικούς λόγους μεταφέρει Πιερ και Αντριέν, σε κάνει να σταυροκοπιέσαι με τη σεναριακή ανοησία, που στην προκειμένη λειτουργεί ως η αφετηρία πολλών στραβών και διόλου αστείων, που θα τους συντροφεύσουν στο προς τους αμπελώνες του Μπορντό οδοιπορικό τους. Ελικόπτερα θα εμφανιστούν στο πι και φι, αυτοκίνητα θα χαλάσουν, παιδιάστικες συγκρούσεις κι εντάσεις θα ενσκήπτουν κάθε ώρα και στιγμή, ενώ ταυτόχρονα μια αδιόρατη μελαγχολία θα κάνει την εμφάνισή της, προσπαθώντας να ρίξει φως στη σημαδεμένη από γεγονός της παιδικής ηλικίας σχέση των δύο εξ ανάγκης συνεταίρων.

1244 2

Δυστυχώς, τίποτα δεν λειτουργεί σωστά στο τελικό αποτέλεσμα, μιας και ο Κουνέν περισσότερο δείχνει ν’ ασχολήθηκε με τα όμορφα τοπία των γαλλικών chateaux, παρά με το κωμικό timing. Επιπροσθέτως, το πρωταγωνιστικό του δίδυμο αποδεικνύεται ανεπαρκές, με τον Λαντόν ως straight man να δυσκολεύεται αφόρητα ν’ αποβάλει την μανιέρα της «σοβαρής» ερμηνευτικής του γκάμας (ώρες-ώρες νόμιζα πως έπαιζε ακόμα στο «Σε Πόλεμο», με την διαφορά πως είχε περάσει πλέον στο στρατόπεδο των… αφεντικών) και τον Νταμιέν να έχει αφεθεί να σολάρει στον αβανταδόρικο ρόλο του καλόκαρδου «τρελού», δίχως (σε καμία περίπτωση!) να διαθέτει το χάρισμα που θα του επέτρεπε να πάρει την ταινία στις πλάτες του. Η χιουμοριστική κλιμάκωση του φινάλε, μέσω ξεκατινιάσματος σε κυριλέ δείπνο, αποδεικνύει για πολλοστή φορά πως οι Γάλλοι δεν την έχουν με τίποτα την «αμερικανιά» (τη συγκεκριμένη παρατήρηση, ειλικρινά, έχω βαρεθεί να την γράφω…), η αισθηματική υποπλοκή που αφορά τον Αντριέν έρχεται με τρόπο ουρανοκατέβατο και… αεροπλανικό, ενώ σε περίπτωση που εξαρχής σχηματίσετε άποψη πως όλη αυτή η «περιπέτεια» θα κάνει τα δύο αποξενωμένα ξαδελφάκια να ωριμάσουν, να δουν τη ζωή με άλλο μάτι και να έρθουν κοντά ο ένας στον άλλον, μην το πάρετε πάνω σας. Δεν είναι δα και η πιο δύσκολη μαντεψιά του κόσμου!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ξέφυγες από τους «Κουνιάδους», μην την πατήσεις τώρα με το «Ξαδελφάκι Μου»! Από σόγια, μόνο «Ο Πατέρας» υπάρχει φέτος στα σινεμά. Δεν είναι κωμωδία, βέβαια, αλλά… μήπως είναι τα άλλα;

Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module