Μενού

Η κινηματογραφική εκπαίδευση στην Ελλάδα

education

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η ιστορία της κινηματογραφικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι πολύ μεγάλη. Ένα όνομα πρωταγωνιστεί: αυτό του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Γρηγόρη Γρηγορίου. Ένα δεύτερο όνομα σημαίνει στο πρακτικό κομμάτι της, αυτό του Λυκούργου Σταυράκου. Τα πρώτα οργανωμένα μαθήματα ξεκινούν τη δεκαετία του 1940. Η πρώτη μεγάλη σχολή ιδρύεται τη δεκαετία του 1960. Σαφώς σε αυτό το σημείωμα δεν μπορούμε να εξαντλήσουμε την ιστορία της κινηματογραφικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Μπορούμε όμως να αναφέρουμε την πορεία της, τα προβλήματά της και τη θέση του κράτους σε αυτό το κομμάτι του ελληνικού κινηματογραφικού χώρου.

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ

Αναφέρεται στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου ότι οι σχολές του Φωτιάδη και του Ιωαννίδη ήταν τα πρώτα φυτώρια. Ιστορείται επίσης ότι ο Λυκούργος Σταυράκος αποφάσισε να κάνει τη μεγάλη κινηματογραφική σχολή. Στηρίχτηκε από ανθρώπους του κινηματογράφου που είχαν ήδη εργαστεί σε αυτό το χώρο. Όσοι πρόλαβαν έγιναν καθηγητές και οι άλλοι μαθητές τους, αναφέρει ο Ροβήρος Μανθούλης.

Από τα πρώτα χρόνια της αυστηρά δομημένης πορείας της η κινηματογραφική εκπαίδευση στην Ελλάδα έθεσε το θέμα της Ακαδημίας Κινηματογράφου. Δε θα πρέπει να συγχέουμε την Ακαδημία, στην οποία αναφερόμαστε, με αυτό τον οργανισμό που δίνει τα κινηματογραφική βραβεία. Η δεύτερη είναι μια συνάθροιση κινηματογραφιστών που κατάφερε να αντικαταστήσει τα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας στον κινηματογράφο. Όπως, περίπου, γίνεται στις ΗΠΑ. Δεν είναι ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Ο Γρηγόρης Γρηγορίου έθεσε, σχεδόν από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της Σχολής Σταυράκου το θέμα της Ακαδημίας. Ήξερε πολύ καλά ότι ένας τέτοιος εκπαιδευτικός οργανισμός είναι απαραίτητος για την ορθολογική ανάπτυξη του ελληνικού κινηματογράφου. Το ήξερε από ανάλογους οργανισμούς στον εκτός Ελλάδας χώρο. Ακόμα παραμένει ένα ζητούμενο.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Το ελληνικό κράτος έβλεπε τον κινηματογράφο αδιάφορα από τα πρώτα βήματά του, ως κινηματογραφικές παραγωγές. Στο υπουργείο βιομηχανίας πρώτα, κατόπιν στο υπουργείο πολιτισμού ήταν ενταγμένος ο κινηματογράφος ως τέχνη. Η κινηματογραφική εκπαίδευση, για το ελληνικό κράτος απλά δεν υπήρχε. Είναι αυτονόητο ότι ο κινηματογράφος στην Ελλάδα δεν ήταν μία τέχνη, αλλά ένα ακριβό χόμπι, στα μάτια του κράτους.

Είναι λογικό οι σκηνοθέτες, οι σεναριογράφοι, οι ηθοποιοί και οι τεχνικοί του κινηματογράφου να φαίνονταν στα μάτια του κρατικού μηχανισμού σαν κάτι το παρακατιανό. Το ότι ο κινηματογράφος στην Ελλάδα έδωσε πολλά ως λαϊκή ψυχαγωγία και ως πολιτιστική ανάπτυξη ήταν κάτι ασήμαντο για το ελληνικό κράτος. Άρα, η κινηματογραφική εκπαίδευση ήταν κάτι το ασήμαντο στο ελληνικό κρατικό οργανοδιάγραμμα.

Από το 1960 μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολλά. Τα βήματα όμως στην κινηματογραφική εκπαίδευση είναι δειλά και δεν προσφέρουν αυτό που θα περίμενε ένας γνώστης της ιστορίας της παγκόσμιας κινηματογραφίας.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ

Έπρεπε να περιμένουμε το 2004 για να δημιουργηθούν τα πρώτα κινηματογραφικά τμήματα στην Ελλάδα. Η κινηματογραφική εκπαίδευση μέχρι τότε ήταν ιδιωτική και, κατά συνέπεια, δεν ήταν αναγνωρισμένη από το ελληνικό κράτος. Αυτό περιοριζόταν στο να αναγνωρίζει αυτά τα πτυχία και να δίνει άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος. Το 2000, όταν πέθανε ο Λυκούργος Σταυράκος, ο τότε υπουργός πολιτισμού Θεόδωρος Πάγκαλος κατάργησε το σύστημα της αναγνώρισης των πτυχίων, για επαγγελματικούς λόγους.

Τα Τμήματα Κινηματογράφου, στην πανεπιστημιακή κινηματογραφική εκπαίδευση ήταν πρόχειρα σχεδιασμένα, από την ίδρυσή τους. Ξέρουμε ότι η πείρα, το πάθος και η αγάπη για τον κινηματογράφο, των Ελλήνων κινηματογραφιστών, βοήθησαν στη δόμηση αυτών των τμημάτων και όχι οι πανεπιστημιακοί. Τι δίνουν όμως αυτά τα τμήματα; Ποια είναι η εγγεγραμμένη προσφορά τους στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο;

Έχουμε δει ότι η παραγωγή ταινιών από αυτά είναι ισχνή. Με τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή της Σχολής Σταυράκου, για παράδειγμα. Η ιδιωτική εκπαίδευση των ΙΙΕΚ δίνει μεγάλη παραγωγή. Βγαίνουν περισσότεροι σκηνοθέτες και τεχνικοί από την ιδιωτική εκπαίδευση παρά από τις πανεπιστημιακές σπουδές. Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει το Τμήμα Κινηματογράφου, σε άλλες πόλεις εμφανίζονται τμήματα μικρότερης αξίας: Ρέθυμνο, Μυτιλήνη, Πάτρα, Ιωάννινα. Τι περιμένουμε εμείς, άραγε;

Η ΑΥΣΤΗΡΑ ΔΟΜΗΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Τι εννοούμε με τον όρο «κινηματογραφική εκπαίδευση»; Αν δούμε το πώς έχουν αναπτυχθεί και το δίνουν οι Ακαδημίες Κινηματογράφου σε διάφορες χώρες θα σχηματίσουμε μια ολοκληρωμένη άποψη. Το πρώτο θέμα είναι ότι διαμορφώνουν σκηνοθέτες, σεναριογράφους, ενδυματολόγους, σκηνογράφους, μοντέρ και άλλους τεχνικούς. Είναι έτοιμη να μπουν στην κινηματογραφική βιομηχανία και να προσφέρουν. Εμείς δεν έχουμε κινηματογραφική βιομηχανία και αυτό είναι το πρώτο  σημαντικό θέμα.

Η κινηματογραφική εκπαίδευση αυτών των καλλιτεχνών περνάει από κάποια σημαντικά στάδια: Από την ιστορία της λογοτεχνίας, της ενδυματολογίας και της σκηνογραφίας. Από την ανάλυση της γλώσσας και τη σύνθεση ενός κειμένου, μέσω της σημειωτικής. Από την ανάλυση της παγκόσμιας και εγχώριας ιστορίας του κινηματογράφου. Από τη μελέτη των διάφορων σχολών στον κινηματογράφο. Φυσικά από τη θέαση δεκάδων ταινιών και την ανάλυσή τους. Αυτά τα θέματα που είναι κάτι το σύνηθες για μια Ακαδημία Κινηματογράφου στην ελληνική πανεπιστημιακή κινηματογραφική εκπαίδευση είναι παντελώς άγνωστα.

Είναι αυτονόητο ότι τα πανεπιστημιακά τμήματα δεν μπορούν, με την ισχύουσα δομή τους, να παράγουν συγκροτημένους κινηματογραφιστές. Αν κάποιος το καταφέρει να γίνει κάτι τέτοιο θα είναι λόγω του προσωπικού του ενδιαφέροντος και όχι λόγω του πανεπιστημιακού ιδρύματος που φοίτησε!

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΠΟΥ ΠΡΟΕΚΥΨΕ

Όλα ξεκίνησαν με την ξαφνική υποβάθμιση των πτυχίων των ιδιωτικών σχολών. Ήταν όμως ξαφνική; Φυσικά όχι! Ξέραμε από το 2000 ότι κάποτε αυτή η ασάφεια θα τέλειωνε: Οι απόφοιτοι των σχολών έχουν δικαίωμα να εργάζονται ως διαμορφωμένοι καλλιτέχνες και να διδάσκουν ή όχι; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι πλέον αρνητική. Ή, για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, δεν μπορούν αφού έχουν βγάλει αυτές τις σχολές.

Η κυβέρνηση μιλά για την κινηματογραφική εκπαίδευση, αρνείται όμως να θίξει σε βάθος το θέμα. Μιλά για ακαδημία παραστατικών τεχνών. Μια αφηρημένη τοποθέτηση που θολώνει ακόμη περισσότερο το τοπίο. Το ίδιο και η αντιπολίτευση. Δεν θίγουν το θέμα των Ακαδημιών, τόσο στον κινηματογράφο όσο και στις άλλες τέχνες.

Δεν αναφέρονται πουθενά τόσο οι δομές σε αυτά τα ιδρύματα στην κινηματογραφική εκπαίδευση όσο και ο τρόπος λειτουργίας τους και εισαγωγής των φοιτητών. Όμως αυτά τα θέματα είναι πολύ γνωστά τόσο από ευρωπαϊκές όσο και από αμερικάνικες χώρες. Ο τρόπος εισαγωγής δεν μπορεί να είναι οι πανελλήνιες εξετάσεις αλλά τα ειδικά μαθήματα στα οποία θα εξετάζονται, όπως συμβαίνει στην Σχολή Καλών Τεχνών.

ΚΑΤΙ ΣΑΝ ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Είναι λογικό να διδάσκουν άνθρωποι που έχουν μελετήσει τον κινηματογράφο (κριτικοί, ιστορικοί και θεωρητικοί) και όχι σκηνοθέτες. Αυτοί θα πρέπει να έχουν τα εργαστήριά τους στην Ακαδημία. Δεν μπορεί να μην υπάρχει ταινιοθήκη στην Ακαδημία. Είναι ανόητο να μη διδάσκεται η ιστορία και η θεωρία των άλλων τεχνών. Μια Ακαδημία δίνει κύρος στην κινηματογραφική εκπαίδευση και παράγει το δυναμικό που ανανεώνει τον κινηματογραφικό χώρο. Τέλος οι σκηνοθέτες μπορούν να οργανώνουν εργαστήρια όπου θα διδάσκουν και θα μεταδίδουν το δικό τους τρόπο σκηνοθεσίας.  

Τα παραδείγματα άλλων χωρών είναι πολλά. Η Σχολή Καλών Τεχνών, στην Αθήνα, είναι ένα καλό παράδειγμα, ανεξάρτητη από την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου και ενταγμένη στην καλλιτεχνική παραγωγή. Η σχολή του Λοτζ, αυτή της Γαλλίας, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στη Γερμανία, η σχολή του Λονδίνου, το Ινστιτούτο στη Μόσχα είναι κάποια λίγα παραδείγματα. Ο βαλκανικός χώρος μας δίνει επίσης κάποια παραδείγματα προς μελέτη: Η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Σερβία είναι κάποια από αυτά και η δυναμική των κινηματογραφιών τους ενισχύει την άποψή μας.

Θα ακούσουμε τις απόψεις των φορέων που μπλέκονται στο μεγάλο θέμα που ονομάζεται «κινηματογραφική εκπαίδευση» στην Ελλάδα. Έτσι μόνο ο αναγνώστης μπορεί να αποκρυσταλλώσει τη δική του άποψη. Αυτό είναι το πιο σημαντικό στη δημοσιογραφική δουλειά.

Γιάννης Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmandtheater.gr

Smart Search Module